31/1/14

ΝΟΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΟΥ... ΛΑΤΣΗ

dsa
αναδημοσίευση από:  http://rouamat.com/
…του Στάθη Γεωργιάδη
Σε κάθε στιγμή και με κάθε ευκαιρία  η κυβέρνηση και όλοι όσοι συμπορεύονται στο πλάι της, διακηρύσσουν την νομιμότητα και επικρίνουν κάθε αγώνα και κάθε διεκδίκηση εργαζομένων και ενεργών πολιτών. Οι πολίτες της Κερατέας, της Λευκίμμης και της Χαλκιδικής έγιναν τρομοκράτες, οι επιτροπές κατά των διοδίων σύρονται στα δικαστήρια, οι διαδηλωτές σε απεργιακές πορείες αντιμετωπίζονται με βία από τις αστυνομικές δυνάμεις, ενώ ακόμα και τους μετανάστες, το ελληνικό κράτος τους αντιμετωπίζει πλέον με βαρβαρότητα. Μόνιμη επωδός των κυβερνώντων η τήρηση των νομών.
Ο νόμoς όμως πάει … περίπατο όταν έρθει η ώρα των εργασιακών σχέσεων, η  ώρα της πληρωμής, η ώρα των εργατικών δικαιωμάτων. Συμφώνα με το ΙΝΕ της ΓΣΕΕ περισσότεροι από ένα εκατομμύριο εργαζόμενοι υπόκεινται σε πάνω από ένα μήνα καθυστέρηση για την καταβολή του μισθού τους. Σύμφωνα με τις ίδιες  μελέτες και τις καταγγελίες που φτάνουν στα κέντρα ενημέρωσης των εργατοϋπαλληλικών κέντρων, μόνο μία στις 2 επιχειρήσεις συνεχίζει να πληρώνει κανονικά κάθε μήνα. Ο νομός 2336/1995  για αυτές τις περιπτώσεις είναι σαφέστατος‘’Κάθε εργοδότης ο οποίος δεν καταβάλλει εμπρόθεσμα στους απασχολουμένους τις αποδοχές τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι έξι (6) μήνες και χρηματική ποινή’’. Περιμένουμε με αγωνιά τους υπερασπιστές της νομιμότητας να ζητήσουν την τήρηση και την εφαρμογή ΚΑΙ αυτού του νόμου!
Μια άλλη κλασική περίπτωση μη εφαρμογής της εργατικής νομοθεσίας είναι οι άδειες των εργαζομένων. Ο εργαζόμενος μέσα στην χρονιά πρέπει να πάρει όλη την άδεια του και δεν μπορεί να μεταφέρει υπόλοιπο άδειας από την μια χρονιά στην άλλη. Αν λοιπόν μείνει υπόλοιπο, ο εργοδότης, όταν έρθει η  31 Δεκεμβρίου, είναι υποχρεωμένος  να καταβάλλει τις αντίστοιχες αποδοχές αδείας με προσαύξηση 100% ((Εγκύκλιος 1/3/2005 του Υπ. Απασχόλησης επί του άρθρου 1 του Ν.3302/2004)). Φυσικά όλοι ξέρουμε αν εφαρμόζουν οι εργοδότες την σχετική νομοθεσία. Υπάρχουν και παρά πολλές άλλες περιπτώσεις μη εφαρμογής της νομοθεσίας  όπως το διάλλειμα, που είναι εργασιακός χρόνος και διαρκεί από 15 έως 20 λεπτά και αφορά όλους τους εργαζόμενους.
Να κάνουμε μια αναφορά και στο δώρο Χριστουγέννων. Το επίδομα Χριστουγέννων το δικαιούνται όσοι έχουν εργασιακή σχέση μέσα στο χρονικό διάστημα από 1 Μάιου  μέχρι και 31 Δεκεμβρίου και θεωρείται τακτική αποδοχή. Αν δεν καταβληθεί τότε, συνιστά ποινικό αδίκημα και με βάση το νόμο η εκδίκαση αυτών των υποθέσεων γίνεται με τη διαδικασία του αυτοφώρου. Εδώ να υπενθυμίσουμε ότι στην Θεσσαλονίκη δώρο δεν κατέβαλλαν αρκετές μεγάλες επιχειρήσεις άλλα τα αποτελέσματα του αυτόφωρου ήταν πενιχρά.
Σχεδόν σε όλες τις απεργιακές πορείες ακούμε τους διαδηλωτές να φωνάζουν πως νόμος είναι το δίκιο του εργάτη. Μέσα στη γενικότητα του αυτό το σύνθημα ήθελε να αναδείξει τα προβλήματα των εργασιακών σχέσεων και τις προσπάθειες του ταξικού κινήματος για μια καλύτερη ζωή των εργατών αυτής της χώρας. Μέσα στο πέρασμα των χρόνων βλέπουμε τις κατακτήσεις δεκαετιών να χάνονται και τα λίγα δικαιώματα να μην τηρούνται, βλέπουμε πως οι κυβερνώντες κρατούν αυτοί τις ντουντούκες και μας φωνάζουν πως νόμος είναι το δίκιο του Λάτση. Αυτό που βλέπουμε τελικά από όλους αυτούς είναι πως εφαρμόζουν τους νόμους όπως και όποτε τους βολεύει

27/1/14

Λαϊκός πολιτισμός, εντατικοποίηση της εργασίας και πειθαρχημένος χρόνος



Λαϊκός πολιτισμός, εντατικοποίηση της εργασίας και πειθαρχημένος χρόνος



1

« Ξέρεις ότι η Δευτέρα είναι αδερφή της Κυριακής όπως και η Τρίτη
Την Τετάρτη πρέπει να πας στην εκκλησία να προσευχηθείς
Η Πέμπτη είναι ημιαργία
Παρασκευή, πολύ αργά να πιάσεις να γνέσεις
Όσο για το Σάββατο, το μισό είναι αργία»

Σ’ αυτό το λαϊκό τραγούδι του 17ου αιώνα (1) αποτυπώνεται με τον πιο ανάγλυφο τρόπο η νωθρή και ράθυμη πραγματικότητα του καπιταλιστικού/ προβιομηχανικού λαϊκού πολιτισμού, που τόσο εξαγρίωνε τους ηθικολόγους της ανερχόμενης τότε αστικής τάξης.

«Χαρακτηριστική είναι», γράφει ο Κώστας Παπαιωάννου, «η άκρα βραδύτης του ρυθμού της οικονομικής δραστηριότητας στις προκαπιταλιστικές κοινωνίες. Η έλλειψη κάθε αληθινής αγάπης για την παραγωγική εργασία σαν τέτοια καταφαίνεται από τον εξαιρετικά μεγάλο αριθμό των εορτάσιμων ημερών» (2). Έτσι, στη θεοκρατική Αίγυπτο του Ραμσή Γ΄ η μια από τις τρεις μέρες ήταν επίσημη αργία, ενώ στη Ρώμη οι ημέρες της αργίας που αρχικά έφταναν στις 66, σταδιακά ως τον 4ο αιώνα έφτασαν στις 175. το ίδιο συμβαίνει και στο φεουδαρχικό χριστιανισμό, ο οποίος γεμίζει το εορτολόγιό του με επίσημες αργίες. Ακόμα και στην αρχική περίοδο της εκβιομηχάνισης, οι αργίες περνούσαν τις 100 ημέρες. Ο Κλάκτον βεβαίωνε ότι: «τα έθιμα έχουν επιβάλει τόσες γιορτές ώστε οι πιο πολλοί εργαζόμενοι στις βιομηχανίες δε δουλεύουν πραγματικά και τακτικά περισσότερο από τα 2/3 του χρόνου τους».

Αλλά και η ίδια η φύση της εργασίας ήταν διαφορετική. Οι εργαζόμενοι απολάμβαναν ένα βαθμό ανεξαρτησίας, αφού η δουλειά δε γίνονταν με βάση το χρόνο, αλλά με βάση τη “δουλειά που έπρεπε να γίνει”. Η μη τακτικότητα ήταν χαρακτηριστικό της εργασίας, η σπατάλη του χρόνου και η ενότητα της ζωής και της εργασίας. Ο ρυθμός της εργασίας ήταν χαλαρός: «Τη Δευτέρα ή την Τρίτη, σύμφωνα με την παράδοση, ο χειροτεχνικά εργαζόμενος προσαρμόζεται στον αργό ρυθμό της μελωδίας: “Ε-ε-έχουμε καιρό, ε-ε-έχουμε καιρό”. Την Πέμπτη και την Παρασκευή, στο: “Άλ-λη μια μέρα, άλ-λη μια μέρα”. Ο πειρασμός για χουζούρι, για άλλη μια ώρα στο κρεβάτι φόρτωνε τη δουλειά στο βράδυ και τότε χρειάζονταν να γίνει στο φως των κεριών».

Ο Ντυβό λέει ότι οι γάλλοι εργάτες θεωρούσαν την Κυριακή σαν ημέρα της οικογένειας και τη Δευτέρα σα μέρα των φίλων. Και πράγματι, οι εργάτες καθιέρωσαν μια γιορτή για τον εαυτό τους, την Αγία Δευτέρα (ή τσαγκαροδευτέρα).  Στα ορυχεία μάλιστα ήταν έθιμο, όταν τη Δευτέρα είχε καλό καιρό, να ρίχνουν κορώνα –γράμματα για το αν θα πάνε για δουλειά! Η πρακτική αυτή επέζησε ως τον 19ο αιώνα, ενώ κατάλοιπά της συναντιούνται ως τον 20ο αιώνα.


2

Η αστική τάξη, όπως ήταν φυσικό, εξοργίζονταν απ’ αυτή τη ραθυμία της οικονομικής ζωής, που εμπόδιζε την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων. Μεγάλο κομμάτι της αστικής τάξης στράφηκε εναντίον της θρησκείας (3), την οποία έβλεπε ως παρασιτική και αντιπαραγωγική δαπάνη. Στόχος ήταν η εκκοσμίκευση και η αντικατάσταση του δαπανηρού γραφειοκρατικού μηχανισμού της Εκκλησίας με μια ορθολογική αστική ηθική. Ο Ροβεσπιέρος μάλιστα το 1794 (έτος 2 της Γαλλικής Επανάστασης) καθιέρωσε τη , ρουσσωικής έμπνευσης, λατρεία του Ανώτατου Όντος. Ταυτόχρονα ξεκινάει και ο πόλεμος ενάντια στην Εκκλησία: εκεί όπου η αστική τάξη παίρνει την εξουσία δημεύει τις εκκλησιαστικές γαίες που μένουν ανεκμετάλλευτες απ’ την βραδυκίνητη χριστιανική γραφειοκρατία. Ο Ιωσήφ Β΄ έκλεισε 359 αβαεία και μοναστήρια, ενώ οι Ισπανοί Φιλελεύθεροι προσπάθησαν να τα κλείσουν όλα. Όπως αναφέρει και ο Hobsbawm, στην περίοδο 1789-1848 παντού, απ’ την Νεάπολη ως τη Νικαράγουα, τα μοναστήρια διαλύθηκαν και η περιουσία τους πουλήθηκε.

Η απόπειρα, όμως, της εγκαθίδρυσης μιας κοσμικής θρησκείας και της αστικής ηθικής άγγιξε μόνο μια πνευματική ελίτ, καθώς ήταν έτη φωτός μακριά απ’ τη διαδεδομένη θρησκοληψία των λαϊκών μαζών. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι το κομμάτι της Γαλλικής Επανάστασης που είχε την εντονότερη θρησκευτική χροιά, ήταν οι Αβράκωτοι (το πλέον ριζοσπαστικό και λαϊκό τμήμα της Επανάστασης, απ’ το οποίο προέρχονταν και οι Λυσσασμένοι και το “πρώιμο” κομμουνιστικό κίνημα της Συνωμοσίας των Ίσων).

Έτσι, πιο επιτυχημένη στάθηκε η απόπειρα μεταρρύθμισης του δύσκαμπτου φεουδαρχικού χριστιανισμού και η δημιουργία μια νέας χριστιανικής ηθικής (διαδικασία που ξεκινά ήδη απ’ τον Μαρτίνο Λούθηρο). Η νέα χριστιανική ηθική ευλογεί τον αστικό ατομικισμό, τον εμποροκρατικό ωφελιμισμό και την επιδίωξη του πλουτισμού, απέναντι στις παραδοσιακές αντιλήψεις της εγκράτειας και της λιτότητας. Κι ενώ η παραδοσιακή χριστιανική αντίληψη θεωρούσε την εργασία ως θεόσταλτη κατάρα, ο νέος χριστιανισμός πλάθει μια νέα ηθική της εργασίας και της εντατικοποίησης. Και είναι αυτά τα νέα χριστιανικά δόγματα (προτεσταντισμός, μεθοδισμός, πουριτανισμός κλπ) που δημιουργούν τη γνωστή σε όλους μας εξίσωση: ο χρόνος είναι χρήμα.


3

Η εσωτερίκευση της πειθαρχίας δε γίνεται μόνο από άμβωνος, αλλά ξεκινά με τη στρατιωτικοποίηση της εκπαίδευσης. Τα παιδιά από τα έξι τους κιόλας θα έπρεπε να έχουν εγκλιματιστεί στη “δουλειά και το μόχθο”, μέσω της εκπαιδευτικής διαδικασίας για την “επιβολή της συνήθειας της φιλοπονίας” (Πάουελ, 1772). Ο Τεμπλ μάλιστα, πρότεινε στα 1770 να στέλνονται τα παιδιά των φτωχών από τα τέσσερά τους χρόνια σε άσυλα εργασίας! Arbeit macht frei

Στα σχολεία ξεκινά και η εσωτερίκευση της νέας μορφής πειθαρχίας του χρόνου, που θα συναντήσουμε αργότερα στα εργοστάσια. Ο Κλάκτον: «έπλεκε το εγκώμιο των φιλανθρωπικών σχολείων που δίδασκαν τη φιλοπονία, τη χρηστοήθεια, την τάξη και την αξία που έχει η τακτοποιημένη ζωή. Εκεί οι μαθητές πρέπει να σηκώνονται νωρίς το πρωί και να ακολουθούν ένα αυστηρά καθορισμένο και ακριβές ωράριο».


4

Η νέα αστική ηθική δεν έμεινε μόνο στις εκκλησίες και τα σχολεία, αλλά επεκτάθηκε και σε όλες τις βαθιά ριζωμένες λαϊκές παραδόσεις: «Τα κηρύγματα των ηθικολόγων», αναφέρει ο Τόμπσον, «ήταν και το προοίμιο της κατά μέτωπον επίθεσης που δέχτηκαν τα λαϊκά έθιμα, τα παιχνίδια και οι γιορτάσιμες μέρες, κατά τα τέλη του 18ου αιώνα και τις αρχές του 19ου».

Η βίαιη επίθεση στις ρίζες του λαϊκού πολιτισμού, μετέτρεψε τις λαϊκές παραδόσεις και τα έθιμα σε ένα απλό φολκλορικό θέαμα, σε μια τελετουργική αναπαράσταση (‘όπως είναι για παράδειγμα το καρναβάλι, που από γιορτή λαϊκής εξέγερσης μετατράπηκε σε πανηγυράκι καταναλωτικής εκτόνωσης). Η εξορία, όμως, δεν έμεινε μόνο στο πνευματικό/ πολιτισμικό επίπεδο, αλλά πήρε σάρκα και οστά με τη βίαιη απόσπαση των καλλιεργητών γης από το τόπο τους, ώστε να στελεχωθεί η ανερχόμενη βιομηχανική παραγωγή. Οι πρώτοι εργοστασιάρχες με δυσκολία έβρισκαν βιομηχανικούς εργάτες κι έτσι η μοναδική λύση ήταν η επιστράτευση των καλλιεργητών…

Ο διπλά εκριζωμένος βιομηχανικός εργάτης δε θεωρούνταν ανθρώπινο ον, αλλά ένας άγριος που έπρεπε να εκπολιτιστεί, ένας σκλάβος που έπρεπε να εξημερωθεί, ένα res που έπρεπε να παρατήσει τις παλιές του συνήθειες και παραδόσεις και να εσωτερικεύσει τη νέα εργοστασιακή πειθαρχία.


5

Αυτήν την πραγμοποίηση του βιομηχανικού εργάτη την εντόπισε πολύ πριν τον Μαρξ ο Χέγκελ, ο οποίος έγραφε το 1805: «λόγω του αφηρημένου χαρακτήρα της εργασίας του, ο άνθρωπος γίνεται περισσότερο μηχανικός, περισσότερο αδιάφορος, λιγότερο πνευματικός». Εξ’ αιτίας της ίδιας της φύσης της εργασίας του ο προλετάριος οδηγείται στην κατάπτωση του στη θέση του πράγματος (res).
Η πειθαρχία επιβάλλεται μέσα από τη στρατιωτικοποίηση της εργασίας. Επιστρατεύτηκαν μέχρι και οι στρατιωτικές επιστήμες για να επιβληθεί η τάξη. Γράφει ο Μαρξ στο Das Kapital, παραλληλίζοντας τη στρατιωτική και την εργοστασιακή πειθαρχία: «Όπως ένας στρατός χρειάζεται μια ιεραρχία από ανώτερους αξιωματούχους, έτσι και η μάζα των εργατών που εργάζεται κάτω από τις διαταγές του Κεφαλαίου, χρειάζεται κι αυτή ανώτερους βιομηχανικούς αξιωματούχους (managers) και υπαξιωματικούς (αρχιεργάτες) που να τη διευθύνουν στο όνομα του Κεφαλαίου» (4).

Μέσα στο εργοστάσιο επικρατεί ο στρατιωτικός νόμος, ο σκληρός καταναγκασμός και η δρακόντεια πειθαρχία: «Εδώ κάθε ελευθερία εξαφανίζεται, τόσο στη θεωρία, όσο και στην πράξη. Ο εργοδότης είναι μόνος και απόλυτος νομοθέτης, ορίζει τους κανονισμούς του εργοστασίου σύμφωνα με την κυρίαρχή του θέληση. Τροποποιεί τον κώδικα όπως του αρέσει», γράφει ο Ένγκελς στην “Κατάσταση της εργατικής τάξης στην Αγγλία”. Παράδειγμα αυτής της κυρίαρχης θέλησης του εργοδότη είναι ο Βρετανικός εργατικός κώδικας (Περί Αφέντη και Υπηρέτη) του 1823, ο οποίος τιμωρούσε με φυλάκιση όσους εργάτες παραβίαζαν τις συμβάσεις, ενώ για το ίδιο αδίκημα οι εργοδότες “τιμωρούνταν” με ισχνά και αμελητέα πρόστιμα.

Εκτός αυτού, ο εργάτης θα έπρεπε να φυτοζωεί, για το καλό του φυσικά: «Είναι προς το συμφέρον του ίδιου του εργάτη να πιέζεται συνεχώς απ’ την ανάγκη, γιατί τότε μόνο δεν θα δώσει στα παιδιά του το κακό παράδειγμα και η φτώχεια του θα αποτελέσει εγγύηση καλής συμπεριφοράς», έλεγαν σ’ ένα κρεσέντο ανθρωπισμού οι εργοδότες το 1830.

Οι εργάτες θα έπρεπε να βρίσκονται στα όρια της λιμοκτονίας, να τρώνε ίσα-ίσα για να μην πεθάνουν. Αυτή η αλλαγή στο διαιτολόγιο οδήγησε στη χειροτέρευση της υγείας του εξαστισμένου βιομηχανικού εργάτη. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός πως η μέση προσδοκώμενη ζωή στη δεκαετία του 1840 ήταν διπλάσια για τους αγρότες του Rutland και του Wiltshire (“κάθε άλλο παρά χαϊδεμένη τάξη”, όπως γράφει ο Χομπσμπάουμ), σε σχέση με τους προλετάριους στο Μάντσεστερ ή το Λίβερπουλ. Επιπρόσθετα, δημιουργούνται νέες ασθένειες που σχετίζονται με το χώρο ή τη φύση της εργασίας: «Το 1842 το 50% των τροχιστών από 30 ως 40 ετών, το 79% από 40 ως 50 και το 100% των τροχιστών άνω των 50 ετών είχαν προσβεβλημένους πνεύμονες».

Ταυτόχρονα στυγνή ήταν και η εκμετάλλευση των γυναικών και των παιδιών, μιας και οι εργοδότες έβλεπαν σ’ αυτούς τους ευπειθέστερους και πιο χαμηλόμισθους εργαζόμενους. Στην αγγλική κλωστοϋφαντουργία π.χ. στα έτη 1834-1847 μόνο το ¼ των εργαζομένων ήταν ενήλικες άντρες, το 50%  ήταν γυναίκες και κορίτσια και το υπόλοιπο ¼ ήταν αγόρια κάτω των 18 ετών.
Κάπως έτσι λοιπόν (αλλά και με τη βοήθεια των κανονιοφόρων και του δουλεμπορίου) φτιάχνεται η εργατική τάξη: «Με όλα αυτά τα μέσα- με τον καταμερισμό της εργασίας, την επίβλεψη, τα πρόστιμα, τα κουδουνίσματα και τα ρολόγια, τα υλικά κίνητρα, τον άμβωνα και το σχολείο, την κατάργηση των παζαριών και των παιχνιδιών- διαμόρφωσαν τις νέες συνθήκες της εργασίας και επέβαλαν μια καινούρια πειθαρχία του χρόνου» (Τόμσον). Κάπως έτσι λοιπόν ήρθε στον κόσμο το Κεφάλαιο: «Βουτηγμένο απ’ το κεφάλι ως τα νύχια μέσα στο αίμα και στα σκατά» (Μαρξ).


6

Μέσα σ’ αυτό το κλίμα γενικευμένης ανελευθερίας, μέσα σ’ αυτήν την εντατικοποίηση της εργασίας, της πειθαρχίας και του ελέγχου, οι προλετάριοι αντέδρασαν με δυο τρόπους. Από τη μια είχαμε την “τυφλή” και την αυτοκαταστροφική αντίδραση του αλκοολισμού, της αυτοκτονίας, της πορνείας, των ψυχικών διαταραχών, της ανόδου μυστικιστικών και αποκαλυπτικών δογμάτων, μέχρι και της απελπισμένης παιδοκτονίας. Υπήρχε όμως και η άλλη λύση: «Η εναλλακτική λύση στη φυγή ή την ήττα ήταν η εξέγερση. Και η κατάσταση των φτωχών εργατών, ιδίως του βιομηχανικού προλεταριάτου που έγινε ο πυρήνας τους, ήταν τέτοια ώστε η εξέγερση δεν ήταν απλά και μόνο δυνατή, αλλά σχεδόν υποχρεωτική» (Χομπσμπάουμ).

Αυτή η εξέγερση εκφράστηκε με διττό τρόπο. Απ’ τη μια εμφανίστηκε το λουδίτικο κίνημα που εξέφραζε την πιο νοσταλγική συνιστώσα του εργατικού κινήματος. Οι λουδίτες είχαν σαν κύριο εχθρό τις μηχανές, τις οποίες κατέστρεφαν με λύσσα. Ήταν ένα κίνημα καθαρά παραδοσιακό, που ζητούσε την επιστροφή στην πιο απλή και κοινοτική ζωή της προβιομηχανικής κοινωνίας. Όπως γράφει ο Leopold Rock: «Ο λουδισμός ήταν η απάντηση των φτωχών σε αυτή τη νέα τάξη. Στη διάρκεια της πρώτης δεκαετίας του 19ου αιώνα, ένα κίνημα αφιερωμένο στην καταστροφή των μηχανών αναπτύχθηκε μέσα σε ένα κλίμα εξεγερτικής λύσσας […] Ο λουδισμός ήταν κληρονομιά του χιλιαστικού κινήματος και παρόλο που δεν εκφράζονταν πλέον με μια οικουμενική και ενοποιητική θεωρία, παρέμενε ριζικά ξένος προς κάθε πολιτικό συμφέρον και κάθε οικονομικό ψευτο-ορθολογισμό» (5).

Μαζί με τους λουδίτες συστρατεύθηκαν και άλλα κοινωνικά κομμάτια, όπως μικροί επιχειρηματίες και κτηματίες, που μοιράζονταν την ίδια τεχνοφοβία, το ίδιο μίσος για τις μηχανές και τον ίδιο τρόμο για τον αναδυόμενο βιομηχανικό πολιτισμό (και φυσικά την ίδια νοσταλγία για την παραδοσιακή κοινωνία).

Από την άλλη εμφανίστηκε ένα πιο επαναστατικά συνειδητοποιημένο εργατικό κίνημα, που έπαψε να κοιτάει νοσταλγικά το παρελθόν και ζητούσε είτε καλύτερες συνθήκες και λιγότερες ώρες δουλειάς (το πιο μετριοπαθές κομμάτι), είτε την ολική απελευθέρωση της εργασίας από το Κεφάλαιο και τον επαναστατικό μετασχηματισμό της κοινωνίας. Χαρακτηριστικό της νέας ταξικής συνείδησης του προλεταριάτου είναι το τραγούδι των μεταξουργών της Lyon:

Για να κυβερνάς πρέπει να φοράς
Πανωφόρια και κορδέλες γύρω στο λαιμό
Εμείς τα υφαίνουμε για εσάς αρχόντοι
Κι εμάς τους φουκαράδες τους μεταξουργούς
Μας θάβουν δίχως ούτε ένα σεντόνι
Είμαστε οι μεταξουργοί και γυρίζουμε γυμνοί
Μα σαν έρθει η δική μας βασιλεία
Η δική σας βασιλεία θα έχει τελειώσει
Τότε κι εμείς θα υφάνουμε
Το σάβανο του κόσμου του παλιού
Την ακούς την Επανάσταση που βρυχάται από μακριά;

Ο βανδαλισμός και η οργανωμένη δράση αποτελούν τα μέσα του κινήματος αυτού. Το προλεταριακό σαμποτάζ δεν είχε τα ίδια κίνητρα με το λουδισμό, αλλά αποτελούσε μορφή συλλογικής πίεσης (“συλλογικές διαπραγματεύσεις μέσω του εκβιασμού και των συμπλοκών”). Οι προλετάριοι κατανόησαν ότι απάντηση στην εργοδοτική τρομοκρατία θα μπορούσε να δώσει μόνο η οργανωμένη δράση και η αντίστροφη εργατική τρομοκρατία. Στόχος δεν ήταν μόνο οι μηχανές, αλλά ακόμα και τα σπίτια των πλουσίων (6). Έφτασαν και στο σημείο να καταστρέψουν και τα σπιτάκια των σκύλων των αφεντικών και να κόβουν τα δέντρα τους στην αυλή! Άλλες εποχές, άλλα ήθη (7).

Η αντίσταση των εργατών στην εργασία πήρε κι άλλες μορφές, πιο “πονηρές”. Σε ένα εργοστάσιο π.χ. οι εργαζόμενοι με τη χρήση βαριδίων έκαναν το ρολόι που χτυπούσε για τη λήξη της δουλειάς να πηγαίνει μπροστά και το ρολόι που χτυπούσε για να ξαναπιάσουν δουλειά να πηγαίνει πίσω. Κι έτσι γλίτωναν κάμποσες ώρες δουλειάς…

Κάπως έτσι γεννήθηκε ένα πολύμορφο εργατικό κίνημα και μια καινούρια προλεταριακή κουλτούρα, που ευνουχίστηκε αργότερα τόσο απ’ το θεσμικό συνδικαλισμό και την επίσημη αριστερά, όσο και απ’ την καταναλωτική κουλτούρα που επικράτησε στη Δύση μετά το Β Παγκόσμιο Πόλεμο. Πλέον όλα τα μέσα αγώνα του εργατικού κινήματος του 19ου αιώνα και του πρώτου μισού του 20ου (ταραχές, σαμποτάζ, καταστροφές μηχανών, ξυλοδαρμοί απεργοσπαστών, εργατική τρομοκρατία, άγριες απεργίες, εξεγέρσεις) θεωρούνται ξένα ως προς το καθωσπρέπει εργατικό κίνημα (8).


Σημειώσεις:

1. Έντουαρτ Πάλμερ Τόμσον: “Χρόνος, εργασιακή πειθαρχία και βιομηχανικός πολιτισμός”, εκδ. Νησίδες. Τα περισσότερα στοιχεία του κειμένου είναι παρμένα απ’ αυτό το βιβλίο, καθώς και από το βιβλίο του E.J. Hobsbawm: “Η εποχή των επαναστάσεων 1789-1848”, εκδ ΜΙΕΤ.

2. Κώστας Παπαϊωάννου: “Η Γένεση του ολοκληρωτισμού, οικονομική ανάπτυξη και κοινωνική επανάσταση”, από Εναλλακτικές Εκδόσεις


3. Οι ρίζες του σύγχρονου αθεϊσμού είναι καθαρά αστικές, αφού για αιώνες ολόκληρους ο ταξικός πόλεμος και η επαναστατική βία μιλούσαν τη γλώσσα της θρησκείας (από τους εβραίους ζηλωτές του Ιούδα Γωλανίτη ως την Κομμούνα της Θεσσαλονίκης και από τις χιλιαστικές σέχτες, τον πόλεμο των χωρικών και τον Τόμας Μίντσερ ως τον πρώιμο σοσιαλισμό, τον σαινσιμονισμό, τον Βάιτλιγκ κλπ). Ο αθεϊσμός που άνηκε αρχικά μόνο σε μια πνευματική ελίτ, επεκτάθηκε με την ανάπτυξη του επαναστατικού κινήματος, κυρίως μέσα από την κριτική των Μαρξ, Μπακούνιν, Προυντόν, Στίρνερ κλπ (αν και οι δυο τελευταίοι πολεμούσαν με το θεό- φεουδάρχη και όχι με το θεό- καπιταλιστή). Πάντως ακόμα και άθρησκα επαναστατικά κινήματα έιχαν μια έντονη θρησκευτική και μυστικιστική μυρωδιά, όπως για παράδειγμα ο ρώσικος μηδενισμός. Γράφει ο Μπερντιάγιεφ, σχολιάζοντας τα ασκητικά ιδεώδη του μηδενισμού: «Η αξιοθαύμαστη ετοιμότητα για τη θυσία ανθρώπων της μηδενιστικής κοσμοθεώρησης μαρτυρεί για το ότι ο μηδενισμός ήταν ένα ιδιόμορφο θρησκευτικό φαινόμενο. Δεν είναι τυχαίο ότι στο ρώσικο μηδενισμό τεράστιο ρόλο διαδραμάτισαν οι σπουδαστές των θεολογικών σχολών, τα παιδιά των ιερέων, που ήρθαν να σπουδάσουν στις σχολές της ορθοδοξίας» (Νικολάι Μπερνιτάγιεφ: “Ο ρώσικος σοσιαλισμός και ο μηδενισμός”- από την “Κατήχηση του επαναστάτη” του Νετσάγιεφ, εκδ. Αρμός). Άλλωστε ο ίδιος ο Νετσάγιεφ υπήρξε δημοδιδάσκαλος σε ενοριακό σχολείο! (Και ο Στάλιν φοιτητής ιερατικής σχολής…)

4. Σε αντίθεση με τον Μαρξ και τον Ένγκελς, ο Λένιν έβλεπε τη “σχολή του εργοστασίου” σαν μια ευκαιρία για να αφομοιώσει το προλεταριάτο την πειθαρχία και την οργάνωση. Και συμπλήρωνε: «Η κοινωνία του μέλλοντος θα είναι ένα γραφείο και ένα εργοστάσιο»!

5. βλ. Ασύμμετρη Απειλή τ.5: “Η βιομηχανική εξημέρωση- τα εργοστάσια όπως οι φυλακές”

6. «Η άμεση δράση ή η εξέγερση, η καταστροφή των μηχανών, των καταστημάτων ή των σπιτιών των πλουσίων, είχαν μακρά ιστορία […] Σε εποχές ώριμες για την επανάσταση, αυτή η άμεση δράση από άτομα πολιτικώς ανώριμα θα μπορούσε να μετατραπεί σε αποφασιστική δύναμη, ιδίως αν συνέβαινε σε μεγάλες πόλεις ή άλλα πολιτικώς ευαίσθητα σημεία. Τόσο το 1830, όσο και το 1848, οι κινήσεις αυτές έδωσαν τρομακτική βαρύτητα σε ήσσονες κατά τ’ άλλα εκδηλώσεις δυσαρέσκειας, μετατρέποντας τη διαμαρτυρία σε επανάσταση» (Χομπσμπάουμ)

7. βλ Χομπσμπάουμ: “Ξεχωριστοί άνθρωποι”, εκδ. Θεμέλιο


8. «Η επανάσταση δε θα σπάσει ούτε ένα τζάμι», διακήρυττε κατά την εξέγερση του Δεκέμβρη η βουλευτής του “Κ”ΚΕ Λ. Κανέλλη. Δυστυχώς γι αυτήν, η επανάσταση έχει σπάσει πολλά τζάμια (και θα σπάσει ακόμα περισσότερα).


από το έβδομο τεύχος της Ασύμμετρης Απειλής

19/1/14

Ο ΣΧΙΖΟΕΙΔΗΣ ΧΡΙΣΤΟΣ ΚΑΙ Ο ΠΡΩΤΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΣ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΣ

(Απόσπασμα από το βιβλίο: "Ο Διάβολος στη σάρκα τους: τα απολωλότα πρόβατα του πληβειακού χριστιανισμού" εκδ. Ασύμμετρη Απειλή)


Ο ΣΧΙΖΟΕΙΔΗΣ ΧΡΙΣΤΟΣ ΚΑΙ Ο ΠΡΩΤΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΣ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΣ

1
«Στο μεταξύ, χάσκει μια αντίφαση ανάμεσα σ’ αυτόν που κηρύττει στα βουνά, στις λίμνες και στα λιβάδια, και που η εμφάνιση του μοιάζει με ενός Βούδα πάνω σε ένα πολύ λίγο ινδικό έδαφος, και σ’ εκείνον τον φανατικό της επίθεσης, τον θανάσιμο εχθρό των θεολόγων και των ιερέων […] Καθώς η πρώτη Κοινότητα είχε ανάγκη από ένα θεολόγο που να κρίνει, να φιλονικεί, να εξοργίζεται, να είναι κακόβουλα οξύνους, εναντίον των θεολόγων, δημιούργησε τον “Θεό” της ανάλογα με της ανάγκες της.»
Φρ. Νίτσε

Ο γερμανός ιδεαλιστής φιλόσοφος Ιμανουέλ Καντ, σε μία επίδειξη πλατωνικού “γενναίου ψεύδους” και πυθαγόρειας υφής ελιτισμού της γνώσης, έλεγε: «εγώ δε πιστεύω, οι ελίτ δε πρέπει να πιστεύουν στο Θεό, αλλά οι φτωχοί πρέπει να πιστεύουν, γιατί αυτό είναι παράγοντας ειρήνης». Στο ίδιο μοτίβο και ο μέγας- νεκροθάφτης της γαλλικής επανάστασης- Ναπολέων θεωρούσε ως απαραίτητη προϋπόθεση της ύπαρξης της κοινωνίας την ταξική ανισότητα και τη θρησκεία ως αναγκαίο συστατικό  στοιχείο στη διαδικασία εσωτερίκευσης αυτού του κοινωνικού διαφορισμού στα μυαλά των πιστών: η ύπαρξη πλουσίων και φτωχών είναι θέλημα Θεού! 

Ο επίσημος χριστιανισμός και το ιερατείο του υπήρξαν επί αιώνες πνευματικοί χορηγοί αυτής της διαδικασίας ιδεολογικής εξομάλυνσης, παρουσιάζοντας την επίγεια ιεραρχία ως αντανάκλαση του επουράνιου βασιλείου. Όπως ο Θεός ήταν ο απόλυτος εξουσιαστής ολόκληρης της πλάσης, έτσι και οι επί της γης εντεταλμένοι του θα έπρεπε να κυριαρχούν σε μια ταξικά διαφορισμένη κοινωνία: η θέση του καθένα εντός της κοινωνίας θεωρούνταν προαποφασισμένη από τη Θεία Πρόνοια και τίποτα πέραν αυτού. Ο καθένας επιβάλλονταν να παίξει από την ιδιαίτερη θέση του τον δικό του ειδικό ρόλο στο πολύπλοκο Θεϊκό Σχέδιο. Ιδέα κλεμμένη από τον στωικισμό αλλά και πάντα πετυχημένη… 


Ο χριστιανός απολογητής Ιωάννης του Σόλσμπερυ το 1059 στο έργο του Polykraticus εμφάνιζε την κοινωνία ως ανθρώπινο σώμα, ώστε να παρουσιαστούν  η εξουσία και η ανισότητα ως δοσμένες από τη φύση καταστάσεις, μέσα  από έναν υπεραπλουστευτικό βιολογικό αναγωγισμό: ο κυβερνήτης αντιπροσώπευε το κεφάλι, η σύγκλητος στη καρδιά, οι δικαστές τα μάτια, τα αυτιά και τη γλώσσα κοκ. Και φυσικά οι εργάτες και οι αγρότες αντιπροσώπευαν τα απαραίτητα μεν, αλλά ταπεινά πόδια.

Την προέλευση του εξομαλυντικού αυτού ρόλου της επίσημης εκκλησίας θα το καταλάβουμε καλύτερα εάν διαβάσουμε τη περίφημη προς Ρωμαίους Επιστολή του Αποστόλου Παύλου, του ανθρώπου που συστηματοποίησε σε θρησκεία τον χριστιανισμό και τον εξέτρεψε από το αρχικό επαναστατικό του περιεχόμενο: «κάθε άνθρωπος οφείλει να υποτάσσεται στις ανώτερες εξουσίες, γιατί δεν υπάρχουν εξουσίες παρά [δοσμένες] από το Θεό· και αυτές οι εξουσίες που υπάρχουν έχουν τεθεί από το Θεό. Έτσι λοιπόν, όποιος αντιτάσσεται στην εξουσία, αντιστέκεται στην τάξη που επέβαλλε ο Θεός· και όσοι αντιστέκονται είναι οι ίδιοι υπεύθυνοι για τη τιμωρία τους. Οι άρχοντες δεν προκαλούν φόβο σε όποιον κάνει το  καλό, αλλά σε όποιον κάνει το κακό. Θέλεις εσύ να μη φοβάσαι την εξουσία; Κάνε το καλό και θα σε επαινέσει η εξουσία γιατί είναι στην υπηρεσία του Θεού για το καλό σου. Αν όμως κάνεις το κακό, να φοβάσαι, γιατί η εξουσία δεν κρατάει χωρίς λόγο το σπαθί· το Θεό υπηρετεί και γίνεται όργανο της οργής του για να τιμωρήσει όποιον κάνει το κακό. Πρέπει λοιπόν, να υποτάσσεστε, όχι μόνο για να αποφύγετε την οργή της εξουσίας, αλλά και γιατί αυτό επιβάλλεται από τη συνείδηση σας. Γι’ αυτό να πληρώνετε τους φόρους, αφού οι άρχοντες που φροντίζουν για την είσπραξη τους, είναι υπηρέτες του Θεού. Να αποδίδετε σε όλους ό,τι τους οφείλετε : το φόρο και το δασμό σε οποίον οφείλετε φόρο και δασμό, τον σεβασμό και τη τιμή σε όποιον οφείλετε σεβασμό και τιμή». (προς Ρωμαίους, κεφ. 13, στ. 1-7) 

Και στην Προς Κολοσαείς Επιστολή (κεφ.3 στ.22-25) διαβάζουμε: «οι δούλοι να υπακούτε τους επίγειους κυρίους σας σε όλα, όχι υποκριτικά, μόνο δηλαδή όταν σας βλέπουν, για να τους είστε αρεστοί, αλλά με ειλικρινή καρδιά και από σεβασμό προς το Θεό. Όποια εργασία κάνετε να τη κάνετε με τη καρδιά σας, σαν να δουλεύετε για τον Κύριο και όχι για τους ανθρώπους. Ξέρετε καλά ότι θα πάρετε από τον Κύριο ως ανταμοιβή σας την κληρονομιά της βασιλείας του». Και στην Επιστολή Προς Τιμόθεον Α’ (κεφ. 6, στ. 1-3) ο Παύλος συμβουλεύει τους δούλους που είναι χριστιανοί να σέβονται τους άπιστους κυρίους τους για μη δυσφημούν τον χριστιανισμό, ενώ αν έχουν ομόθρησκους κυρίους πρέπει να δουλεύουν ακόμα πιο σκληρά. 

Στην Επιστολή Προς Τίτον (κεφ. 3, στ. 1-2) ο Παύλος καλεί τον στενό του συνεργάτη να θυμίζει στους πιστούς να είναι υποταγμένοι στους εξουσιαστές, να πειθαρχούν και να είναι ανεξίκακοι. Αλλά και ο Πέτρος καλεί τους πιστούς: «να υπακούτε λοιπόν σε κάθε ανθρώπινη εξουσία, για χάρη του Κυρίου, είτε είναι ο Αυτοκράτορας, επειδή είναι ο ανώτατος άρχοντας, είτε οι τοπικοί διοικητές, επειδή είναι οι σταλμένοι από αυτόν για να τιμωρούν τους κακοποιούς και να επαινούν αυτούς που κάνουν το καλό» (Α’ Πέτρου, κεφ.2. στ. 13-14). Και σε άλλο σημείο της ίδιας επιστολής ο Πέτρος συμβουλεύει τους δούλους να υποτάσσονται με σεβασμό όχι μονάχα στους καλούς αφέντες, αλλά και στους πιο δύστροπους και να υπομένουν στα βασανιστήρια και τις τιμωρίες τους, για να έχουν την ευλογία του Θεού (κεφ. 2, στ 18-20). Βεβαίως, δε λείπουν και οι συμβουλές προς τους κυρίους να φέρονται με ανθρωπιά και καλοσύνη στους δούλους τους, όπως κάνει ο Παύλος στην προς τους Εφεσίους επιστολή του.

Πετυχαίνουν όμως πάντα αυτά τα κηρύγματα εθελοδουλίας; Δεν είναι λίγες οι φορές που οι φτωχότερες κοινωνικές τάξεις αγνόησαν αυτά τα κηρύγματα (που παρεμπιπτόντως  ενδέχεται η τελική μορφή τους να είναι αποτέλεσμα εξουσιαστικής παραποίησης και διαστρέβλωσης)1 και δημιούργησαν έναν Θεό κατ’ εικόνα τους: κουρελή και καταπιεσμένο, εξεγερμένο και ζηλωτή, ένα Θεό που αντιστέκεται στην Τρόικα του ιερατείου, των αρχών και των πλουσίων. Ήδη πριν κάνει την εμφάνιση του στη Παλαιστίνη ο χριστιανισμός, ως διακριτή αίρεση του ιουδαϊσμού, υπήρχαν αρκετά πληβειακά κινήματα που εξέφρασαν την ταξική πάλη μέσα από θρησκευτική προβιά. Είναι αναγκαίο να ρίξουμε μια ματιά στο ιστορικό και πνευματικό περιβάλλον μέσα στο όποιο αναπτύχτηκε ο αρχικός χριστιανισμός. 

Οι δύο βασικότερες κυρίαρχες τάξεις στο εβραϊκό κόσμο κατά την ρωμαιοκρατία ήταν οι Σαδδουκαίοι και οι Φαρισαίοι. Οι πρώτοι υπήρξαν ελευθεριάζοντες, αφού δέχθηκαν σημαντικές επιρροές από την ελληνική φιλοσοφία, ήταν ανοιχτά μυαλά και εχθροί της μισαλλοδοξίας, αλλά η ίδια η αριστοκρατική τους ταξική θέση και η συνεργασία τους με την ρωμαϊκή εξουσία τους καθιστούσε μισητούς στον απλό λαό. Οι Φαρισαίοι ήταν ένα φανατικό θρησκευτικό κίνημα που είχε τις ρίζες του στην επιτυχημένη εθνική επανάσταση των Μακκαβαίων, το 168 π.χ.. Σταδιακά όμως, ο επαναστατικός εθνισμός των Φαρισαίων ξεθώριασε και πήρε αντεπαναστατικό χαρακτήρα, αφού πρέσβευαν έναν συντηρητικό μεσσιανισμό, ο οποίος καλούσε τους εβραίους σε παθητική στάση αναμονής μέχρι να έρθει ο σωτήρας που θα ξεσκλαβώσει το Ισραήλ. Για να κάνουμε κι έναν πολιτικό αναχρονισμό ο Φαρισαϊσμός ήταν ο καουτσκισμός της εποχής (και τούμπαλιν)2

Μέσα από τα σπλάχνα του Φαρισαϊκού κινήματος γεννήθηκαν οι Ζηλωτές, ο οποίοι εξέφρασαν έναν πιο ενεργητικό μεσσιανισμό, προχωρώντας σε μια πραγματική υλική αντίσταση εναντίον των ρωμαίων. Κομμάτι του ζηλωτικού κινήματος ήταν οι Σικάριοι, που πήραν το όνομα τους από το μικρό ξιφίδιο που κουβαλούσαν πάνω τους. Οι Σικάριοι λειτουργούσαν ως συνωμοτική μυστική οργάνωση και χρησιμοποιούσαν τη μέθοδο του τερρορισμού, εκτελώντας στη μέση του δρόμου και σε μεγάλες λατρευτικές συγκεντρώσεις ή  τελετές , τόσο ρωμαίους κατακτητές όσο και Εβραίους καταπιεστές και συνεργάτες των κατοχικών δυνάμεων. 

Το ζηλωτικό κίνημα οργάνωνε αντάρτικες ομάδες αποτελούμενες από τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα, που λήστευαν και σκότωναν πλούσιους, αριστοκράτες και γαιοκτήμονες: «μια λοιπόν που όλοι περίμεναν τον Μεσσία, παρουσιάζονταν μερικοί από τους δυσαρεστημένους ή ξεπεσμένους αγρότες για Μεσσίες και ανεβαίνοντας τα βουνά κήρυχναν την Επανάσταση ληστεύοντας μαζί και τους πλούσιους ή τα καραβάνια των εμπόρων. Τους Μεσσίες αυτούς τους ακολουθούσαν πολλοί προλετάριοι από την Ιερουσαλήμ καθώς και πολλοί ξεπεσμένοι αγρότες και χτηνοτρόφοι […] όσο όμως κι αν προσπάθησαν οι Φαρισαίοι να σταματήσουν την κίνηση αυτή δεν το κατάφεραν. Χρόνο με το χρόνο πλήθαιναν οι ένοπλες συμμορίες και ο μεσσιανισμός έπαιρνε χαρακτήρα λαϊκής επανάστασης» (Κορδάτος).

Οι ζηλωτές με τον ενεργητικό τους μεσσιανισμό εξέφρασαν τόσο τους εθνικοαπελευθερωτικούς πόθους του εβραϊσμού όσο και το ταξικό μίσος των φτωχών εναντίον των καταπιεστών τους. Αναμειγνύοντας ταυτόχρονα το αναστηλωτικό/νοσταλγικό με το ουτοπικό/ανανεωτικό μεσσιανικό ρεύμα, προκαλούσαν λαϊκές εξεγέρσεις3 αντί να προσεύχονται για τον ερχομό του Μεσσία, όπως έκαναν οι ξεπουλημένοι Φαρισαίοι. Ίσως ο σπουδαιότερος ζηλωτής ηγέτης υπήρξε ο Ιούδας ο Γωλανίτης, ο οποίος άγγιξε ένα αντιεξουσιαστικό πρόταγμα: αρνιόταν την πληρωμή φόρων, υμνούσε την ελευθερία, υποτιμούσε την σκλαβωμένη ζωή και θεωρούσε πως όλοι οι θνητοί είναι ίσοι μεταξύ τους, αφού μοναδικός Κύριος είναι ο Γιαχβέ και κανένας άλλος! Απέρριπτε δηλαδή την εγκόσμια ιεραρχία, καθιστώντας ως μοναδικό “εξουσιαστή” ένα πλάσμα της φαντασίας…

Επαναστάτης ζηλωτής ήταν και ο επί δύο χιλιετίες συκοφαντημένος Βαραββάς. Ο Βαραββάς συμμετείχε σε ένοπλη αντιρωμαϊκή εξέγερση και καταδικάστηκε για φόνο που διαπράχθηκε κατά τη διάρκειά της (κατά Μάρκον, κεφ. 15, στ. 7). Σημαντικό, όμως, είναι και το γεγονός πως δύο από τους μαθητές του Ιησού, ο Ιούδας και ο Σίμων, είχαν ενεργή παρουσία στο κίνημα των ζηλωτών.

Εκτός από το βίαιο ζηλωτικό κίνημα, υπήρχε και ένα ειρηνιστικό αναχωρητικό κίνημα που στράφηκε εναντίον των ορθόδοξων Φαρισαίων και των ελληνιζόντων Σαδδουκαίων και οι οπαδοί του ζούσαν σε κοινόβια στη νότια Ιουδαία σε κατάσταση αρχέγονου κομμουνισμού. Η αίρεση αυτή έμεινε στην ιστορία με το όνομα “Εσσαίοι”. Σύμφωνα με τον ιστορικό Φλάβιο Ιώσηπο, οι Εσσαίοι εμφανίστηκαν περίπου το 150 π.χ. οργανώνοντας κοινόβια μακριά από την κοινωνική ζωή, εφάρμοζαν την κοινοκτημοσύνη, απαγόρευαν το εμπόριο και τη δουλεία, εργάζονταν από κοινού και στήριζαν τον κοινοτικό τους βίο στις αρχές της αλληλοβοήθειας, της αλληλεγγύης και της συντροφικότητας. Γράφει ο Ιώσηπος: «καταφρονητές του πλούτου είχαν οργανώσει θαυμάσια της κοινότητες τους και είναι αδύνατον να βρεις μέσα σ’ αυτές κανέναν που να είναι πλουσιότερος από τον άλλον. Νόμος απαράβατος για όλους είναι, όσοι μπαίνουν στα κοινόβια τους να απαλλοτριώνουν την περιουσία τους για όφελος της οργάνωσης. Και έτσι όλοι είναι ίσοι και δεν υπάρχουν φτωχοί και πλούσιοι. Η ατομική ιδιοκτησία του καθενός είναι ιδιοκτησία που την εξουσιάζουν όλοι σα σύντροφοί».

Ο αρχέγονος χριστιανισμός, λοιπόν, από αυτά τα δύο κηρύγματα πήρε τις βασικές του αρχές και διαμόρφωσε την ιδιαίτερη του αίρεση: από τη μία πλευρά το βίαιο και Επαναστατικό Ζηλωτισμό και από την άλλη τον ειρηνιστικό Εσσαϊσμό που κήρυχνε την παθητική αντίσταση σα κίνημα “πολιτικής ανυπακοής”. Έτσι εξηγείται κι ως ένα βαθμό η ύπαρξη ενός σχιζοειδούς Χριστού που ακροβατεί ανάμεσα στο ζηλωτικό ριζοσπαστισμό και τον εσσαϊκό πασιφισμό. Αλλά αυτή η εξήγηση δεν αρκεί…


2

«Ο χριστιανισμός, όπως και άλλες σωτηριακές θρησκείες, εμφανίστηκε και εξαπλώθηκε σε μια περίοδο πρωτοφανούς κοινωνικής κρίσης και βαρβαρότητας […] Σκλάβοι, φτωχοί κατεστραμμένοι αγρότες, απόβλητοι, βρήκαν ελπίδα στα κηρύγματα του αρχέγονου χριστιανισμού. Κι επίσης δεν είναι τυχαίο ότι ο χριστιανισμός ενέπνευσε επαναστατικές-κομμουνιστικές ουτοπίες όπως του Καμπανέλα και επαναστατικά κινήματα όπως των γερμανών χωρικών»
Ευτύχης Μπιτσάκης

Η Καινή Διαθήκη είναι ένα εν πολλοίς αντιφατικό κείμενο. Η τελική μορφή της Καινής Διαθήκης αποφασίστηκε στον Δ’ αιώνα μ. Χ. και ήταν αποτέλεσμα σκληρών ανταγωνισμών και συμβιβασμών. Πολλές ήταν και οι λαθροχειρίες και οι πλαστογραφήσεις, ώστε να καταστεί ο χριστιανισμός πιο συμβατός με τη νέα αυτοκρατορική εξουσία, την οποία καλούνταν να υπηρετήσει ως επίσημη ιδεολογία. Το ζήτημα της σταδιακής μετάβασης του χριστιανισμού από πληβειακή μαχητική ιδεολογία σε εξουσιαστική θρησκεία (μια μετάβαση διαρκείας τριών αιώνων!) είναι ένα πολύ ενδιαφέρον θέμα, αλλά δε θα το δούμε εδώ. Θα αρκεστούμε να πούμε πως σε μεγάλο βαθμό ο σχιζοειδής χαρακτήρας του Ιησού και των οπαδών του εξηγούνται από το γεγονός αυτό: όταν ο χριστιανισμός βγήκε από τον πληβειακό “βούρκο” για να στρογγυλοκαθίσει στις αυτοκρατορικές πορφύρες, έπρεπε να εμφανιστεί ένας Χριστός πιο εθελόδουλος και πράος. Έτσι, τόσο ο εσσαϊκός ειρηνισμός του Χριστού όσο και ο συντηρητισμός του Παύλου υπερτονίστηκαν σε βάρος άλλων, πιο μαχητικών χαρακτηριστικών. Αν ξύσουμε όμως καλά την Καινή Διαθήκη, δε θα βρούμε μονάχα Θεούς και Δαίμονες, θαύματα και μεταφυσική. Κάτω από αυτή την επιφάνεια θα εμφανιστεί σαν παλίμψηστο κάτι ακόμα πιο βαθύ, παρά τις λαθροχειρίες και της πλαστογραφίες. Εκεί μέσα αντανακλάται και η σκληρή ταξική πάλη της εποχής. Γι’ αυτό και θα πρέπει να κάνουμε μια υλιστική ερμηνεία του κειμένου, αντί να κοκορομαχούμε άσκοπα με τα μεταφυσικά απολιθώματα της θρησκείας για την ύπαρξη ή όχι του Θεού, των θαυμάτων, της ιστορικότητας του προσώπου του Ιησού (το λεγόμενο χριστολογικό πρόβλημα), της παρθενίας της Μαρίας κλπ. Αυτή ήταν δουλειά του αστικού διαφωτισμού και του επιστημονικού αθεϊσμού και την περαίωσαν με λαμπρή επιτυχία (αν και τα τελικά αποτελέσματα αποδείχθηκαν ανεπαρκή, αφού ακόμα οι περισσότεροι άνθρωποι πιστεύουν σε πλάσματα της φαντασίας σαν το Θεό, το Αλλάχ, τη Μαντόνα κλπ.). Δική μας δουλειά δεν είναι η εξ αντιδιαστολής ενασχόλησή μας με τη μεταφυσική, αλλά ο εντοπισμός του επαναστατικού περιεχομένου και της ταξικής πάλης που συναντάμε τόσο στον πρωτογενή “χριστιανισμό” (πριν την εξουσιαστική κατασκευή της χριστιανικής θρησκείας), όσο και στα παράγωγά του (αιρέσεις και σέχτες που συγκρούστηκαν με την επίσημη εκκλησία).

Έτσι, λοιπόν, στη Καινή Διαθήκη δε συναντάμε μονάχα τον γλυκανάλατο ειρηνιστή Ιησού, που όταν τον ραπίζουν στο ένα μάγουλο προσφέρει και το άλλο. Συναντάμε και έναν άλλο Χριστό, ζηλωτή και πυρφόρο: «πυρ ήλθον βάλειν επί την γην, και τι θέλω ει ήδη ανήφθη!». (Κατά Λουκάν κεφ. 12 στ. 49) και «μη νομίσητε ότι ήλθον βάλειν ειρήνην επί την γην· ουκ ήλθον βάλειν ειρήνην, αλλά μάχαιρα» (κατά Ματθαίον κεφ. 10, στ 34). Αυτός ο πολεμοχαρής Χριστός μας θυμίζει περισσότερο Ρώσο επαναστάτη του 19ου  αιώνα 4 παρά τον πασιφιστή Χριστό που διδαχθήκαμε στα σχολεία: καλεί τους μαθητές του να πουλήσουν τα υπάρχοντα τους για να αγοράσουν όπλα5 να εγκαταλείψουν το οικογενειακό τους και κοινωνικό τους περιβάλλον και στέλνει μήνυμα όχι ειρήνης αλλά διχόνοιας: «νομίζεται ότι ήρθα να δώσω ειρήνη στη γη, όχι, σας λέω, ήρθα να φέρω διχόνοια» (κατά Λουκάν κεφ. Ιβ’, στ. 51) και : «ήρθα να διχάσω άνθρωπο κατά του πατέρα του και κόρη εναντίον της μητέρας της και τη νύφη κατά της πεθεράς» (κατά Ματθαίον, κεφ. ι, στ. 35). Καλεί τους οπαδούς του να στρατευθούν στην Υπόθεση, πάντα έτοιμοι να δεχθούν τις διώξεις και τις φυλακίσεις και να θεωρούν ως συγγενείς τους συντρόφους στη μάχη και όχι την εξ αίματος οικογένεια: «όποιος έρχεται σε μένα και δε μισεί τον πατέρα του και τη μητέρα του και τη γυναίκα του και τα παιδιά του και τους αδερφούς του και τις αδερφές του, μέχρι και την ίδια του την ψυχή, δεν μπορεί να είναι μαθητής μου» (κατά Λουκάν, κεφ. Ιδ’, στ. 26). Ας σημειωθεί πως τα πύρινα αυτά λόγια ο Ιησούς τα εκτόξευσε στο όχλο που τον ακολουθούσε και όχι στον κλειστό κύκλο των 12 “μαθητών” του! Αυτό το μίσος προς τις οικογενειακές συμβάσεις6 αποτελεί μία διαχρονική σταθερά των επαναστατικών κινημάτων που λειτουργούν σε ακραίες κοινωνικές συνθήκες, αφού η προσήλωση ενός επαναστάτη στους οικογενειακούς και φιλικούς δεσμούς μπορεί να αποτελέσει τροχοπέδη για την αφοσίωση του. Όπως σχολιάζει και ο Ίγκλετον: «[…] ο Ιησούς κρατάει απέναντι στην οικογένεια στάση αδυσώπητης εχθρότητας. Έχει φτάσει εν ονόματι της αποστολής του να διαλύσει, φέρνοντας τα μέλη τους στα μαχαίρια μεταξύ τους, αυτούς τους μικρούς συμβιωτικούς θύλακες τρυφηλού συντηρητισμού, τους οποίους αγαπούν τόσο πολύ οι αμερικάνοι διαφημιστές […] Τα κινήματα για τη δικαιοσύνη αψηφούν τους παραδοσιακούς δεσμούς αίματος, όπως και τις φυλετικές, κοινωνικές ή εθνικές διαιρέσεις. Η δικαιοσύνη αίμα δε γίνεται».
Ο ίδιος ο Ιησούς που αλλού μακαρίζει τους πράους και τους ειρηνοποιούς, ξαφνικά εξαγριώνεται και απειλεί πως δε θα αφήσει λίθο πάνω στο λίθο, 7 ενώ καλεί τους μαθητές του να φέρουν μπροστά του τους εχθρούς του και να τους σφάξουν (κατά Λουκάν, κεφ.18 στ 27). Είναι ο ίδιος που εισβάλλει έξαλλος στο Ναό, βιαιοπραγεί εναντίον των εμπόρων και προβαίνει σε βανδαλισμούς. Μέχρι και αυτοσχέδιο μαστίγιο (φραγγέλιον) έφτιαξε για να βιαιοπραγήσει εναντίον των κερδοσκόπων (κατά Ιωάννη κεφ. 2, στ.15). 

Ο ίδιος ο Ιησούς που συμβουλεύει τους πιστούς να αγαπούν τους εχθρούς τους και να μην αντιστέκονται στο κακό, συγκρούεται με το θρησκευτικό κατεστημένο, καθυβρίζει τους θεματοφύλακες της πίστης, τους αποκαλεί γεννήματα εχιδνών, πονηρή γενιά, υποκριτές και τυφλούς οδηγούς τυφλών. Καταγγέλλει με ιδιαίτερη σφοδρότητα την πλεονεξία, την υποκρισία και την αρπακτική διάθεση του ιερατείου και των γραφειοκρατών: « προσέχετε τους γραμματείς, που θέλουν να περπατούν με στολές και αγαπούν τους ασπασμούς στις αγορές και τις πρωτοκαθεδρίες στις συναγωγές και τις πρώτες θέσεις στα δείπνα. Αυτοί κατατρώγουν τα σπίτια των χηρών και προφασιζόμενοι την ευλάβεια κάνουν μακρές προσευχές. Αυτοί θα λάβουν τη μεγαλύτερη καταδίκη» (κατά Λουκάν, κεφ. 20, στ. 46-47).

 Αλλά, το πλέον ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της διδασκαλίας του Χριστού και των πρώτων οπαδών του είναι ο έντονος αντιπλουτοκρατικός του χαρακτήρας, γεγονός που δείχνει και τον πληβειακό χαρακτήρα του κινήματος. Ίσως η πιο διάσημη φράση του Ιησού είναι η ακόλουθη: «δύσκολα όσοι έχουν χρήματα να μπουν στην Βασιλεία του Θεού! […] πιο εύκολα είναι η κάμηλος  να περάσει από μια τρύπα που ανοίγει η ραφίδα, παρά να εισέλθει ένας πλούσιος στη βασιλεία του Θεού» (κατά Μάρκον, κεφ.10, στ. 23-25). (Ας σημειωθεί πως η “Βασιλεία του Θεού” για τους πρώτους χριστιανούς είναι επίγεια και η “βασιλεία των ουρανών” είναι μετέπειτα κατασκευάσματα, ανάλογο με τη θρυλική “ωρίμανση των αντικειμενικών συνθηκών” του ορθόδοξου μαρξισμού, που στοχεύει στην αναβολή της δράσης για ένα ακαθόριστο μέλλον. Για τους πρώτους χριστιανούς, που δεν απογαλακτίστηκαν από τον ιουδαϊσμό, η λύτρωση δεν είναι μονάχα ένα πνευματικό γεγονός που αφορά την προσωπική ψυχή, αλλά ένα δημόσιο γεγονός που λαμβάνει χώρα στο ιστορικό πεδίο). 

Χαρακτηριστική του αντιπλουτοκρατικού πνεύματος του Ιησού είναι η παραβολή του πλούσιου και του φτωχού Λαζάρου (κατά Λουκά, κεφ.16, στ.19-31). Ο πλούσιος απολαμβάνει τα πολυτελή ενδύματα και το λαμπρό τραπέζι, ενώ ο φτωχός Λάζαρος, γεμάτος πληγές προσπαθεί να χορτάσει την πείνα του από τα ψίχουλα που πέφτουν από το τραπέζι του πλούσιου. Όταν πεθαίνει ο Λάζαρος, οι άγγελοι τον οδηγούν στον Αβραάμ, ενώ τον πλούσιο τον τιμωρούν με φρικτά βασανιστήρια με μοναδικό κριτήριο τον πλούτο του και την ταξική του καταγωγή! Βεβαίως, δεν αποκλείονται τελείως οι πλούσιοι από τη βασιλεία του Θεού. Υπάρχει μια μικρή ελπίδα να τη γλυτώσουν, αλλά βασική προϋπόθεση είναι να αρνηθούν την τάξη τους, να πουλήσουν όλα τα υπάρχοντα τους, να τα μοιράσουν στους φτωχούς και να ζήσουν ως πένητες!

Ο Χριστός στέκεται στο πλευρό των απόκληρων, των φτωχών και όλων των περιφρονημένων πλασμάτων, πλησιάζει τις πόρνες, τις γυναίκες και τα παιδιά, συγκρουόμενος με το συντηρητικό πατριαρχικό περιβάλλον της εποχής. Μακαρίζει τους φτωχούς 8 ,γιατί δική τους θα είναι η επίγεια “βασιλεία του Θεού”, τους πεινασμένους γιατί θα χορτάσουν, κι αυτούς που τώρα κλαίνε, γιατί αυτοί θα γελάσουν, ενώ απειλεί ευθέως τους πλούσιους και τους χορτάτους, γιατί θα πεινάσουν και θα πενθήσουν (Επί του Όρους Ομιλία, κατά Λουκάν, κεφ.6, στ 17-49).

Οι ίδιες αντιπλουτοκρατικές ιδέες διαποτίζουν και τους πρώτους οπαδούς του Ιησού. Ο Ιάκωβος προειδοποιεί τους πλούσιους να είναι ταπεινοί γιατί σύντομα θα μαραθούν σαν τα λουλούδια, ενώ οι άσημοι και οι φτωχοί θα ανυψωθούν: «όπως με την ανατολή του ηλίου έρχεται ο λίβας και ξεραίνει το χορτάρι, ρίχνει τον ανθό του και καταστρέφει την ομορφιά του, έτσι και ο πλούσιος θα αφανιστεί μέσα στις επιχειρήσεις του». Οι φτωχοί είναι οι μοναδικοί κληρονόμοι της βασιλείας του Θεού και όχι οι πλούσιοι που εξευτελίζουν τους φτωχούς: «κι όμως οι πλούσιοι είναι αυτοί που σας καταδυναστεύουν, αυτοί που σας σέρνουν στα δικαστήρια». Για όσους δε δείχνουν ευσπλαχνία δε θα υπάρξει κανένα έλεος! Ο Ιάκωβος προειδοποιεί: «ακούστε με τώρα κι εσείς πλούσιοι. Κλάψτε με γοερές κραυγές για τα βάσανα σας, που όπου να ναι έρχονται. Ο πλούτος σας σάπισε και τα ρούχα σας τα έφαγε ο σκόρος. Το χρυσάφι και το ασήμι κατασκούριασαν και η σκουριά τους θα είναι μαρτυρική κατάθεση εναντίον σας και θα καταφάει τις σάρκες σας σαν τη φωτιά. Και ενώ πλησιάζει η κρίση εσείς μαζεύετε θησαυρούς. Ακούτε! Κραυγάζει ο μισθός των εργατών που θέρισαν τα χωράφια σας και εσείς τους τον στερήσατε. Κι οι κραυγές των θεριστών έφτασαν ως τα αυτιά του παντοδύναμου Κυρίου. Ζήσατε πάνω στη γη με απολαύσεις και σπατάλες. Παχύνατε σα τα ζώα, που τα πάνε για σφάξιμο. Καταδικάσατε και φονεύσατε τον αθώο που δεν πρόβαλε αντίσταση καμιά» (βλ. επιστολή Ιάκωβου κεφ.1,στ.9-11, κεφ.2, στ.5-13  κεφ.5, στ.1-6).

Αλλά και η Αποκάλυψη του Ιωάννη, αυτό το “σάλπισμα της εκδίκησης” που έγινε το επαναστατικό μανιφέστο των πληβείων, περιέχει έντονο αντιπλουτοκρατικό περιεχόμενο. Είναι ενδεικτικό πως για αιώνες η επίσημη εκκλησία αμφιταλαντευόταν για τη στάση της απέναντι στην Αποκάλυψη. Η Σύνοδος της Λαοδίκειας απέρριψε την Αποκάλυψη από τα Κανονικά βιβλία της Καινής Διαθήκης. Μόνο με τη Σύνοδο της Ιππώνας (393) και της Καρθαγένης (419) εντάχθηκε με μισή καρδιά στον Κανόνα. Το περιεχόμενο της Αποκάλυψης είναι ιδιαίτερα σκληρό και βίαιο και δε ταιριάζει με τη γλυκανάλατη εικόνα που προσπαθεί να προσδώσει στον χριστιανισμό η επίσημη εκκλησία. Ιδού ένα δείγμα: «μετά είδα το αρνίο [τον  Χριστό] ν’ ανοίγει την έκτη σφραγίδα. Τότε έγινε σεισμός μεγάλος, ο ήλιος έγινε μαύρος σα πένθιμο ρούχο, το φεγγάρι έγινε ολοκόκκινο από αίμα και τ’ αστέρια του ουρανού έπεσαν στη γη, όπως πέφτουν τ’ άγουρα σύκα, που τα ρίχνει η συκιά όταν φυσάει ο δυνατός άνεμος. Ο ουρανός εξαφανίστηκε όπως τυλίγεται με μιας ένα κυλινδρικό χειρόγραφο κι όλα τα βουνά και τα νησιά μετακινήθηκαν από τη θέση τους. Τότε οι βασιλιάδες της γης και οι κυβερνήτες, οι στρατηγοί, οι πλούσιοι , οι δυνατοί κι όλοι, δούλοι κι ελεύθεροι, κρύφθηκαν στις σπηλιές και στα βράχια των βουνών και έλεγαν στα βουνά και στα βράχια: πέστε πάνω μας και κρύψτε μας από αυτόν που κάθεται στο θρόνο κι από την οργή του Αρνίου. Έφτασε η μεγάλη μέρα της οργής του. Ποιος μπορεί να την αντέξει;» (Αποκάλυψις Ιωάννου, κεφ.6, στ.12-17). Και σ’ ένα ακόμα πιο σαφές και βίαιο ξέσπασμα: «και είδα να στέκεται στον ήλιο ένας άγγελος, που έκραξε με δυνατή φωνή σ’ όλα τα όρνια τα πετούμενα μεσουρανίς: εμπρός μαζευτείτε στο μεγάλο δείπνο του Θεού για να φάτε σάρκες βασιλιάδων και σάρκες στρατηγών, σάρκες δυναστών και σάρκες αλόγων με τους καβαλάρηδές τους». Στο όραμα αυτό το Θηρίο συμμαχεί με τους βασιλιάδες της γης και τα στρατεύματα τους για να πολεμήσουν εναντίον του στρατού της Δικαιοσύνης, το τέλος όμως για το “θηρίο” και τον “ψευδοπροφήτη” και τους ακολούθους τους είναι βασανιστικό : «και τους δύο τους έριξαν ζωντανούς στη λίμνη της φωτιάς, που έκαιγε με θειάφι. Οι υπόλοιποι θανατώθηκαν με το σπαθί που έβγαινε από το στόμα του καβαλάρη του αλόγου. Κι όλα τα όρνια χόρτασαν από τις σάρκες τους» (κεφ. 19, στ.11-21).
Το ταξικό μίσος που εμπεριεχόταν στα βίαια παραληρήματα της Αποκάλυψης φλόγισε αργότερα και τα επαναστατικά πληβειακά κινήματα του χιλιασμού, όπως θα δούμε σε επόμενο κεφάλαιο.

Πάνω σ’ αυτή τη βάση πάτησαν οι πρώτοι χριστιανοί για να συγκροτήσουν ένα κίνημα που θυμίζει έντονα τον εσσαϊσμό : τακτική “πολιτικής ανυπακοής” προς την εξουσία, δημιουργία κοινοβίων και κατάργηση της ιδιωτικής ιδιοκτησίας: «το πλήθος των πιστευσάντων είχε μια καρδιά και ψυχή και τίποτα από τα υπάρχοντα τους δεν ήταν δικό τους, αλλά είχαν τα πάντα κοινά […] και δεν υπήρχε ενδεής ανάμεσά τους. Και όσοι ήταν ιδιοκτήτες χωραφιών ή σπιτιών, τα πουλούσαν και έφερναν τα χρήματα των πωληθέντων και τα παρέδιδαν στους αποστόλους και τα μοίραζαν σε όποιον είχε ανάγκη» (Πράξεις των Αποστόλων, κεφ.4, στ.32-35) και αλλού: «όλοι οι πιστοί ήταν ενωμένοι μεταξύ τους, έχοντας τα πάντα κοινά και πουλούσαν τις περιουσίες τους μοιράζοντας τα εισπραττόμενα στον καθένα ανάλογα με τις ανάγκες του και καθημερινά σύχναζαν όλοι μαζί στο ιερό, τρώγοντας σε κοινά γεύματα με καρδιά γεμάτη αγαλλίαση και απλότητα» (κεφ. 2, στ.44-46). Ο πρωτοχριστιανικός αυτός κομμουνισμός ήταν φυσικά πρωτόλειος και ανεπαρκής, θυμίζει όμως διαβολεμένα το γνωστό μαρξικό πρόταγμα: ο καθένας ανάλογα με τις δυνατότητες του, στον καθένα ανάλογα με τις ανάγκες του! Οι πρώτοι χριστιανοί περιγράφονται καλύτερα ως ένα οιoνεί κίνημα πολιτικής ανυπακοής και λιγότερο ως επαναστατικό κίνημα. Ως τέτοιο κίνημα, ανέπτυξε ιδιαίτερα την αυτοθυσιαστική κουλτούρα, αλλά και μια συνωμοτική οργανωτική δομή: «ήταν οργανωμένος σα μια μυστική εταιρεία με πυρήνες, που αργότερα έγιναν παρεκκλήσια. Είχε κωδικοποιημένες λέξεις, όπως το σημείο του ψαριού, ιχθύς στα ελληνικά (Ιησούς Χριστός, Θεού Υιός, Σωτήρ)» (Σινκλέρ). 

Παρότι ο πρωτοχριστιανισμός έδινε περισσότερο βάρος στην ειρηνιστική εσσαϊκή του πλευρά, δεν έλειψαν και περιστατικά που θύμιζαν το ζηλωτικό του παρελθόν, όπως ήταν η εκτέλεση του προδότη Ανανία και της συζύγου του Σαπφείρας. Σταδιακά ο πρωτοχριστιανισμός απογαλακτίστηκε από τον εβραϊκό επαναστατικό εθνισμό και μέσα από το παυλιανικό διεθνισμό έχασε τον αρχικό του χαρακτήρα. Ο Παύλος υπήρξε ο ακούραστος αγκιτάτορας του χριστιανισμού, που έσπασε τα στενά σύνορα του εβραϊκού κόσμου καθιστώντας την νέα πίστη οικουμενική: ουκ ένι έλλην και Ιουδαίος! Όπως επισημαίνει και ο μαρξιστής ιστορικός Γ. Κορδάτος, ο Παύλος με το διεθνικό του κήρυγμα ελευθέρωσε τον χριστιανισμό από τον Ιουδαϊκό εθνικισμό και τα δεσμά του μωσαϊκού νόμου και με την ελληνική του παιδεία τον προσάρμοσε στον εξωιδουδαϊκό κόσμο και δημιούργησε τις προϋποθέσεις για να επεκταθεί. Αυτός ο διεθνισμός είναι το προοδευτικό στοιχείο του παυλικού χριστιανισμού. Ωστόσο το κοινωνικό του μήνυμα ήταν συντηρητικό και αντιδραστικό. Από την άλλην, όμως, εξάγοντας έναν συντηρητικό χριστιανισμό στον εξωιουδαϊστικό κόσμο, ο Παύλος, ουσιαστικά και παρά τη θέληση του εξήγαγε και τα επαναστατικά στοιχεία του πρωτοχριστιανισμού. Αυτή είναι άλλωστε η διαλεκτική πανουργία της ιστορίας…

Από τον 2ο αιώνα και μετά, όταν άρχισε σταδιακά να διαμορφώνεται ένας επίσημος εξουσιαστικός χριστιανισμός, οι ελίτ της νέας πίστης θέλοντας να προσεγγίσουν τις ελίτ της αυτοκρατορίας έριξαν μπόλικο νερό στο κρασί του αντιπλουτοκρατισμού και προτάξανε την ταξική συνεργασία. Χαρακτηριστικά ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς, στο έργο του “Τις ο σωζόμενος πλούσιος” θεωρούσε τον πλούτο ως χρήσιμο εργαλείο και μη κατακριτέο, αρκεί οι πλούσιοι να ωφελούν την κοινωνία. Αυτή έγινε και η επίσημη θέση του απονευρωμένου πλέον χριστιανισμού, κυρίως μετά την εγκαθίδρυση του ως επίσημης θρησκείας της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας από τον 4ο αιώνα. Η πορεία όμως, προς την Εξουσία δεν ήταν και η μοναδική. Πλήθος αιρέσεων του πληβειακού χριστιανισμού αντιτάχθηκαν σ’ αυτόν τον συμβιβασμό και πάλεψαν για την επιστροφή στο πνεύμα του επαναστατικού μεσσιανισμού (καρποκρατιστές, Εβιωναίοι κλπ.). Κάποιοι απ’ αυτούς πήγαν μακρύτερα, ανέκτησαν το ζηλωτικό πνεύμα και άρπαξαν τα όπλα, όπως οι Δονατιστές και οι Circumcilliones στη Β. Αφρική, που εξεγέρθηκαν εναντίον του κράτους και των πλουσίων. Όταν ασκήθηκαν διώξεις εναντίον τους, οι αυτοαποκαλούμενοι “Στρατιώτες του Χριστού” κήρυξαν την επανάσταση για ελευθερία και αδελφοσύνη, ξεσήκωσαν τους αγρότες, λήστευαν πλούσιους και ρωμαίους χριστιανούς, βάζοντας φωτιά στα αρχοντικά τους.

Τέτοιου είδους αιρέσεις με επαναστατικό περιεχόμενο εμφανίστηκαν αργότερα τόσο στο δυτικό χριστιανισμό όσο και στο Βυζάντιο όπως θα δούμε παρακάτω.


3

Εν κατακλείδι:

Στην Καινή Διαθήκη δεν εμφανίζεται μονάχα ένας Χριστός, αλλά δύο: ο ένας ο γλυκανάλατος ειρηνιστής (στα όρια της εθελοδουλίας) και ο άλλος πυρφόρος εξτρεμιστής. Κι ο ένας αναιρεί τον άλλον. Αυτό δε πρέπει να μας εκπλήσσει και τόσο, κρίνοντας με την υπάρχουσα ορθολογικότητα της δικής μας εποχής. Όπως αναφέρει και ο αναρχικός Πιοτρ Κροπότκιν: «[από τη Βίβλο]μπορεί κανείς εύκολα να αντλήσει επιχειρήματα υπέρ ή κατά του κομμουνισμού, υπέρ ή κατά της εξουσίας κι αοριστίες όταν τίθενται θέματα που έχουν σχέση με την ελευθερία κάθε ατόμου». Ο Ζακ Ελλύλ απ’ την πλευρά του θεωρεί πως το γενικό ρεύμα της Βίβλου δείχνει προς την αναρχία, ενώ οι ενισχυτικές της εξουσίας θέσεις αποτελούν εξαίρεση9. Αυτή η αντιφατικότητα προφανώς μπορεί να εξηγηθεί, αν λάβουμε υπόψη μας πως η ίδια η Καινή Διαθήκη, μακράν του να είναι θεόπνευστο κείμενο όπως φαντασιώνονται οι χριστιανοί, υπήρξε πεδίο ταξικής αντιπαράθεσης, και όπως πολλοί ιστορικοί τονίζουν, η τελική της διαμόρφωση ήταν προϊόν ενός άτυπου συμβιβασμού του επίσημου και λαϊκού χριστιανισμού, που αντανακλούσε ένα συσχετισμό δυνάμεων υπέρ του πρώτου (δηλ. των πλουσίων και ισχυρών που ιδιοποιήθηκαν μια πληβειακή θρησκεία για τους δικούς τους σκοπούς).

Για να κατανοήσουμε, λοιπόν, το περιεχόμενο της Καινής Διαθήκης, δεν αρκεί να κάνουμε βουτιά στη μεταφυσική, αλλά να δώσουμε υλιστική ερμηνεία, εξάγοντας “τον λογικό πυρήνα από τον μυστικιστικό καβούκι”. Όπως ορθά συμβουλεύει ο Ίγκλετον: «η θρησκεία χρειάζεται να αποκρυπτογραφηθεί υπομονετικά, όχι να αποκηρυχτεί αλαζονικά».

Στη δική μας εποχή μάλιστα, χρειαζόμαστε κάτι περισσότερο από την κριτική της θρησκείας που τόσο λαμπρά έκαναν τόσο οι εκπρόσωποι του αστικού διαφωτισμού όσο και επαναστάτες, όπως ο Μαρξ κι ο Μπακούνιν. Χρειαζόμαστε πλέον και μια κριτική της κριτικής της θρησκείας, μια επαναστατική κριτική του επιστημονισμού10 και μια άθεη κριτική του σύγχρονου αθεϊσμού…


Σημειώσεις:

1. Όπως γράφει ο Ένγκελς: «Η νέα παγκόσμια θρησκεία, ο χριστιανισμός, εμφανίστηκε σιωπηρά από το ανακάτεμα της ανατολικής- προπάντων της εβραϊκής της διεθνώς διαδεδομένης -και της ελληνικής- προπάντων στωικής- φιλοσοφίας. Μονάχα με μια επίμονη έρευνα μπορούμε να γνωρίσουμε σήμερα την πρωταρχική μορφή του χριστιανισμού, που για μας μεταδόθηκε με την επίσημη μορφή που του  έδωσε η Σύνοδος της Νίκαιας (325) και με τη σημασία της κρατικής θρησκείας». Για τον Ένγκελς ο πρωτοχριστιανισμός μπορεί  να παραλληλιστεί με το σύγχρονο εργατικό κίνημα: ήταν ένα κίνημα καταπιεσμένων, σκλάβων, φτωχών κι απόκληρών, που οι οπαδοί του καταδιώχθηκαν ως εχθροί του κράτους, της οικογένειας, της θρησκείας και του status quo. Και για τον Μαρξ, ο πρωταρχικός χριστιανισμός ήταν ένα   διεθνιστικό κίνημα, ένα ανατρεπτικό κόμμα που κινούνταν παράνομα, είχε μυστική δράση, υπονόμευε την κρατική θρησκεία και τα θεμέλια του ρωμαϊκού κράτους. Αυτή ήταν η μορφή του χριστιανισμού πριν γίνει κρατική θρησκεία και προπαγανδίσει την εθελοδουλεία, πριν δηλαδή διαστρεβλωθεί το περιεχόμενο του.

2. Για όσους δε γνωρίζουν ο Καρλ Κάουτσκι υπήρξε κορυφαίος μαρξιστής στοχαστής και θεωρητικός της ρεφορμιστικής γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας. Στην ντετερμινιστική του ανάγνωση του μαρξισμού, θεώρησε ως ιστορικά αναπόφευκτη την επικράτηση του κομμουνισμού όταν ωριμάσουν οι συνθήκες, οπότε μοναδικό έργο των σοσιαλιστών έπρεπε να είναι οι βελτιωτικές μεταρρυθμίσεις που θα ανακουφίσουν το προλεταριάτο μέχρι την ημέρα του “θριάμβου”…

3. Οι ζηλωτές προκάλεσαν πλήθος εξεγέρσεων εμπνευσμένοι από το παράδειγμα του Μακκαβαίου. Η μεγαλύτερη ήταν το 66 μΧ. όταν απελευθέρωσαν την Ιερουσαλήμ και σφάγιασαν ολόκληρη τη ρωμαϊκή φρουρά. Τελικά ηττήθηκαν μετά από 30 μήνες πολιορκίας. Σύμφωνα με τον Φλάβιο Ιώσηπο, οι ζηλωτές αυτοκτόνησαν για να μην πέσουν ζωντανοί στα νύχια των κατακτητών. Ο ηγέτης τους Ελεάζαρ είπε: «Ας φύγουμε από τον κόσμο μαζί με τα παιδιά μας και τις γυναίκες μας, σε κατάσταση ελευθερίας. Αυτό μας προστάζουν να κάνουμε οι νόμοι μας».

4. Όπως σχολιάζει κι ο Νίτσε, τα λόγια του σίγουρα θα τον έστελναν στη Σιβηρία, ακόμα και σήμερα.

5. «Αλλά νυν ο έχων βαλάντιον αρατώ, ομοίως και πήραν, και ο μη έχων πωλησάτω το ιμάτιον αυτού και αγορασάτω μάχαιραν». (Κατά Λουκάν, κεφ. 22, στ. 36)

6. Ο Χριστός απαξίωσε τους συγγενείς του μπροστά στον όχλο: «τις εστίν η μητήρ μου ή οι αδελφοί μου;». Και δείχνοντας προς τον συγκεντρωμένο λαό είπε: «ίδε η μητήρ μου και οι αδερφοί μου» (Κατά Μάρκον, κεφ.3, στ. 31-35)

7. Ενδεικτικά ας θυμίσουμε πως αυτή είναι μια από τις αγαπημένες φράσεις των Μπακούνιν- Νετσάγιεφ.

8. Η άλλη παραλλαγή του μακαρισμού (στους φτωχούς τω πνεύματι) δεν έχει το νόημα της υπεράσπισης της βλακείας, όπως βλακωδώς υποστηρίζουν μερικοί. Την εποχή εκείνη η μόρφωση θεωρούνταν (και ήταν) ταξικό προνόμιο των αριστοκρατών, γι αυτό και οι πρώτοι χριστιανοί απαξίωσαν την  “σοφία του κόσμου ετούτου”, μέχρι κι αυτοί να μετατραπούν σε ελίτ και να ενσωματώσουν την ελληνική φιλοσοφία (κυρίως τους στωικούς και τους νεοπλατωνικούς και αργότερα τον Αριστοτέλη).

9. Φυσικά ο Ελλύλ ως χριστιανός αναρχικός υπερβάλει. Ο Ζακ Ελλύλ ήταν ειρηνιστής αναρχοχριστιανός, καθώς και προσωπικός φίλος του Γκυ Ντεμπόρ. Όταν θέλησε να γίνει μέλος της Καταστασιακής Διεθνούς, έφαγε πόρτα εξαιτίας της θρησκευτικής του πίστης.



10. Η κριτική του επιστημονισμού φυσικά δεν πρέπει να έχει σχέση με τις νέες μόδες της τεχνοφοβίας και του πρωτογονισμού! Όπως σχολιάζει ο Ίγκλετον: «όπως η θρησκεία, μεγάλο κομμάτι της επιστήμης έχει προδώσει τις επαναστατικές καταβολές του, παίζοντας τον ρόλο του ευπροσάρμοστου εργαλείου στα χέρια των υπερεθνικών εταιρειών και του στρατιωτικό- βιομηχανικού κατεστημένου. Δεν πρέπει, όμως να μας παρασύρει αυτό και να μας κάνει να λησμονούμε τη χειραφετητική της ιστορία».

14/1/14

Απ’ την Υπαρξιακή Ανταρσία στην Κοινωνική Επανάσταση

(Πρώτη δημοσίευση στην εφημερίδα Άπατρις #21)

Ι

«Μόνο συλλογική ύπαρξη υπάρχει, μόνο κοινωνική ύπαρξη υπάρχει. Είναι γελοίο να υποστηρίζει κανείς ότι η Κόλαση είναι οι Άλλοι. Οι άλλοι, όπως και η ίδια η πραγματικότητα, μπορεί να είναι πηγή εμποδίων, αλλά είναι επίσης και πηγή δυνατοτήτων» Κορνήλιος Καστοριάδης

«Πραγματικός πλούτος είναι η ανάπτυξη της κοινωνικής ατομικότητας»
Καρλ Μαρξ


Η υπαρξιακή ανταρσία, το εξεγερτικό βίωμα "εδώ και τώρα", είναι αναμφίβολα ένα σημαντικό κομμάτι του συνολικού αντιεξουσιαστικού επαναστατικού προτάγματος και δεν πρέπει να το υποτιμούμε: επανασυνδέει το οραματικό στοιχείο της κοινωνικής επανάστασης με την παρούσα πρακτική δραστηριότητα μέσα στις υπάρχουσες κοινωνικές σχέσεις και δεν εξορίζει την πράξη (ως ενότητα θεωρίας – δράσης) σε ένα μέλλον σκοτεινό και ακαθόριστο. Δεν περιμένουμε μια όμορφη Μεγάλη Νύχτα να βρέξει επανάσταση εξ’ ουρανού, ενεργοποιούμε το δυναμικό μας σήμερα, εδώ και όχι στον ακαθόριστο χρόνο των "ώριμων αντικειμενικών συνθηκών", που -μεταφυσικώ τω τρόπω- διαχωρίζονται απ’ τον υποκειμενικό παράγοντα. Άλλωστε, στην υπάρχουσα ιστορική στιγμή, οι αντικειμενικές συνθήκες είναι υπερ-ώριμες, σε αντίθεση με την ισχνή συνείδηση του υποκειμενικού παράγοντα. Και ο ύπουλος ρόλος της κατατονικής Αριστεράς, μαζί με τη δική μας ανεπάρκεια, έχουν παίξει καθοριστικό ρόλο για τη σημερινή αντίφαση: ο μεν ταξικός πόλεμος οξυμένος, το δε επαναστατικό κίνημα ισχνό.

Το εξεγερτικό βίωμα, μαζί με την επαναστατική μνήμη και τη στόχευση για μια μελλοντική αταξική κοινωνία, συναποτελούν τα τρία νήματα που συνδέουν το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον της Επανάστασης. Ωστόσο, η δυσανάλογη κεντρικοποίηση του κάθε προτάγματος δημιουργεί στρεβλώσεις και σπάει το ενιαίο χωρο-χρονικό συνεχές. Το εξεγερτικό βίωμα, λοιπόν, δεν είναι πανάκεια για πάσα νόσο. Η πρακτική επαναστατική δραστηριότητα το εμπεριέχει ως συστατικό της στοιχείο, αλλά το υπερβαίνει. Το ίδιο συμβαίνει και με την άσκηση υλικής βίας. Τόσο το εξεγερτικό βίωμα, όσο και η χειραφετική βία είναι υποσύνολα του πολυπλόκαμου αντιεξουσιαστικού προτάγματος και δεν ταυτίζονται μ’ αυτό.

Όταν οι ενέργειές μας αποκόβονται απ’ την περιρρέουσα κοινωνική πραγματικότητα και τις κοινωνικές σχέσεις, τότε δημιουργούν την ιδιότυπη (ένοπλη ή άοπλη, βίαιη ή ειρηνική) ιδιώτευση των "νησίδων ελευθερίας", των καταφυγίων "ελευθερίας" σ’ έναν ανελεύθερο κόσμο. Η λειτουργία τέτοιων "καταφυγίων" μοιάζει σατανικά με την περιγραφή της θρησκείας απ’ τον Μαρξ: η καρδιά ενός κόσμου δίχως καρδιά! Εν τέλει, το βίωμα ως εξεγερτικό Θέαμα γίνεται το όπιο των αναρχικών!! Για να μην εκφυλίσουμε, λοιπόν, την υπαρξιακή μας ανταρσία σ’ ένα απλό εξεγερτικό Θέαμα, πρέπει αναγκαστικά να το γειώσουμε στον πραγματικό κόσμο της ταξικής πάλης και του κοινωνικού ανταγωνισμού. Δεν πρέπει να τεμαχίζουμε το εξεγερτικό βίωμα από το κοινωνικό του περιεχόμενο, ούτε την υπαρξιακή ανταρσία απ’ το κομμουνιστικό περιεχόμενο της αναρχίας (ή το αναρχικό περιεχόμενο του κομμουνισμού...)

Η επανάσταση είναι μια σύνθετη και πολύπλοκη ιστορική-κοινωνική εξελικτική διαδικασία και δεν πρέπει να την ακρωτηριάζουμε τεμαχίζοντας αυθαίρετα το ατομικό απ’ το κοινωνικό ή κόβοντας σε φέτες το χωροχρονικό συνεχές. Η επανάσταση λέει κάτι παραπάνω απ’ το αναγκαίο (αλλά ανεπαρκές από μόνο του) "εδώ και τώρα": λέει "ήμουν, είμαι και θα είμαι" (κατά τη γνωστή έκφραση της Ρόζα Λούξεμπουργκ). Επιπλέον, η επανάσταση δε σταματά στην ατομική ανταρσία: καταδύεται στο ατομικό και το μοριακό, όχι για να βυθιστεί εκεί αιωνίως, αλλά για να αναδυθεί στο κοινωνικό. Θα πρέπει επιτέλους να ανακτηθεί εκ νέου η αντίληψη της ιστορικότητας και τη κοινωνικότητας της ύπαρξής μας, που τόσο έχει χτυπηθεί απ’ τον υπεραπλουστευτικό βιωματισμό που ηγεμόνευσε ιδεολογικά στον αναρχικό χώρο τα τελευταία χρόνια. Η αντίφαση ανάμεσα στο σύντομο του βιολογικού βίου του ανθρώπου, που θέλει να δει τα οράματά του πραγματωμένα "εδώ και τώρα", και στην επίπονη και μακροχρόνια ιστορική διαδικασία της κοινωνικής μεταβολής, που υπερβαίνει τον ατομικό χρόνο, δεν λύνεται με το να αυτονομούμε το εξεγερτικό βίωμα και να το τοποθετούμε στο θρόνο του Απόλυτου.

Ο βιωματικός φετιχισμός καθιστά το βίωμα κενό περιεχομένου πολιτικό κουφάρι. Πρέπει να χωνέψουμε την αντίφαση ατομικού και ιστορικού χρόνου, το μεγάλο βάθος των ιστορικών μεταβολών που ίσως ως άτομα δε βιώνουμε άμεσα (ή έτσι νομίζουμε τουλάχιστο...), τοποθετώντας τη δική μας πρακτική δραστηριότητα, το ιδιαίτερο προσωπικό μας βίωμα, ως κομμάτι της ιστορικής κίνησης και όχι σαν "Νησίδα Ελευθερίας" (ομολογημένη ή ανομολόγητη!)

Η απο-αλλοτρίωση των ζωών μας δεν πραγματώνεται με την υλική μας βία, αλλά μέσω αυτής και πέρα απ’ αυτήν. Δεν είναι το εξεγερτικό βίωμα αυτοσκοπός, αλλά μέσο για τη δημιουργία αλληλέγγυων-ανθρώπινων κοινωνικών σχέσεων (αναρχικών και κομμουνιστικών σχέσεων). Η επανάσταση δεν είναι ο εαυτός μας, είναι το ξεπέρασμα του εαυτού μας ή, όπως έλεγε ο Βίκτωρ Ουγκώ, είναι η νίκη της ανθρωπιάς πάνω στον άνθρωπο. Κάτι τέτοιο, φυσικά, είναι αποτέλεσμα μιας μακράς εξελικτικής διαδικασίας, που προϋποθέτει το τέλος της εξουσιαστικής/ταξικής κοινωνίας, κάτι που ενδεχομένως δε θα βιώσουμε ποτέ ως άτομα. Μπορούμε όμως να δούμε τα χνάρια του κομμουνισμού και να πλάσουμε την προεικόνιση μιας αταξικής/αντιεραρχικής κοινωνίας, μέσα από τις σχέσεις που χτίζουμε στο ξεδίπλωμα της πρακτικής μας δραστηριότητας (1). Μέσα απ’ τις ίδιες μας τις αντιφάσεις. Όχι, βέβαια, ως "νησίδα ελευθερίας", αλλά ως νησίδα αντίστασης στη σύγχρονη βαρβαρότητα.

Η υλική βία που χρησιμοποιούμε δεν είναι αυτοσκοπός, δεν είμαστε εκ φύσεως βίαιοι άνθρωποι. Είναι ένα μέσο αγώνα για τη δημιουργία εκείνης της κοινωνικής οργάνωσης που θα καθιστά κάθε βία περιττή. Είναι βία χειραφετική, βία που σκοπεύει στην κατάργηση του εαυτού της. Γι αυτό και στη σύνθετη διαλεκτική διαδικασία της απο-αλλοτρίωσης των ζωών μας (που είναι μια ιστορική-κοινωνική διαδικασία και όχι μονάχα ατομική-μοριακή), οι επαναστάτες χρησιμοποιούν τη συνειδητή αυτο-αλλοτρίωση της βίας: μπαίνουν φυλακή επειδή αγαπούν την ελευθερία, σκοτώνονται επειδή αγαπούν τη ζωή. Γράφει ο Τέρι Ίγκλετον: «Αυτό που έχει σημασία είναι η πληρότητα της ζωής. Αλλά το να εργάζεται κανείς προς κάθε κατεύθυνση για μια αφθονότερη ζωή συνεπάγεται ενίοτε την αναστολή ή την εγκατάλειψη ορισμένων απ’ τα καλά πράγματα που χαρακτηρίζουν αυτόν τον τρόπο ύπαρξης [...] Το πρόβλημα είναι ότι για να καταστεί ο συγκεκριμένος τρόπος ύπαρξης διαθέσιμος σε όλους, πρέπει ο αντάρτης πολεμιστής να απέχει προς το παρόν από τέτοιες ικανοποιήσεις. Κατ’ αυτόν τον τρόπο ο εν λόγω αντάρτης ή η αντάρτισσα γίνεται αυτό που η Καινή Διαθήκη ονομάζει "ευνούχος δια την βασιλείαν". Το χειρότερο λάθος θα ήταν να εκλάβει κανείς αυτήν την εξ’ ανάγκης ασκητική συμπεριφορά ως εικόνα της καλής ζωής καθ’ εαυτή. Σπανίως αποτελούν οι επαναστάτες τη βέλτιστη εικόνα της κοινωνίας για τη δημιουργία της οποίας εργάζονται». (2)

Αυτή η συνειδητή αυτο-αλλοτρίωση συνυπάρχει με το κίνημα ως προεικόνιση της αταξικής αλληλέγγυας κοινωνίας, σε μια διαλεκτική αντιφατική ενότητα, που αντανακλά το διπλό καθήκον της Επανάστασης: Καταστροφή και Δημιουργία (συνεξελικτικά και όχι ως χωριστά στάδια).

Η υπαρξιακή ανταρσία, λοιπόν, αντιπροσωπεύεται καλύτερα μέσα απ’ την επινοητική-δημιουργική δραστηριότητα, μέσα από την ποίηση ανθρώπινων κοινωνικών σχέσεων. Η υλική βία αντιπροσωπεύει την αναγκαιότητα, είναι εργαλείο και όχι το περιεχόμενο της ανταρσίας μας: είναι η συνειδητή αυτο-αλλοτρίωση που απο-αλλοτριώνει τις ζωές μας. Ένας μεταφυσικός ειρηνιστής θα βραχυκύκλωνε μ’ αυτήν την εσωτερική αντίφαση της Επανάστασης, αλλά στην πραγματική ζωή τίποτα δεν είναι "καθαρό". Η αντίφαση γεννά την κίνηση (την ιστορική κίνηση, επίσης): ας μην ξεχνάμε πως απ’ το ερωτικό σμίξιμο του Άρη (θεού του πολέμου) και της Αφροδίτης (θεάς του Έρωτα) γεννήθηκε η κόρη τους, που την ονόμασαν Αρμονία!

Εν κατακλείδι: είναι λάθος να λέμε πως βιώνουμε την "αναρχία εδώ και τώρα" μέσω της επαναστατικής βίας. Κάτι τέτοιο είναι ετεροκαθορισμός. Δυστυχώς, δεν περνάμε εμείς "πρώτοι στη επίθεση", αλλά δεχόμαστε την πρωτογενή επίθεση της εξουσιαστικής/ ταξικής κοινωνίας απ’ τη στιγμή που γεννιόμαστε και σε κάθε στιγμή του βίου μας. Η δική μας βία είναι η επιστροφή ενός μικρού κομματιού βίας που δεχόμαστε, είναι η αντεπίθεση μας. Είναι και κάτι παραπάνω απ’ την αντανακλαστική μας αντεπίθεση: είναι το αναγκαίο σκαλοπάτι πάνω στο οποίο πατάμε για να βιώσουμε την ανάδυση της ανώτερης ανθρώπινης δημιουργικότητας, που οι αρχαίοι έλληνες ονόμαζαν Ποίηση. Αυτή η ποίηση των ανθρώπινων κοινωνικών σχέσεων (η κομμουνιστικο-ποίηση) είναι η "αναρχία εδώ και τώρα", η επανάσταση νυν και αεί. Η υπαρξιακή ανταρσία, λοιπόν, το εξεγερτικό βίωμα σε ενεστώτα χρόνο, είναι αναγκαίες προϋποθέσεις της επανάστασης, αλλά δεν αρκούν. Η αναρχία δεν είναι "τρόπος ζωής στο σήμερα". Κάτι τέτοιο θα ήταν φενακισμένη συνείδηση που συμμετέχει αθέλητα στην ιδεολογική εξομάλυνση του υπάρχοντος.

Δεν αρκεί το "εδώ και τώρα", αφού παρελθόν, παρόν και μέλλον συνυπάρχουν στην ιστορική διαλεκτική ενότητα: «Το παρελθόν δεν πεθαίνει. Δεν είναι καν παρελθόν», έλεγε ο Φώκνερ και ο Εμπειρίκος συμπλήρωνε: «Είμεθα όλοι εντός του μέλλοντός μας». Δεν μπορούμε να πηδήξουμε πάνω απ’ τη σκιά μας, να ζήσουμε την "αναρχία εδώ και τώρα" εντός των εξουσιαστικών κοινωνικών σχέσεων. Αντί, όμως, να μας απογοητεύει αυτό το συμπέρασμα, ας μας δώσει το κίνητρο για την επανάκτηση της ιστορικής αντίληψης: «Για να γεννηθεί ένα αγριολούλουδο χρειάζεται τοκετός αιώνων», έλεγε ο William Blake. Η επανάσταση είναι πια θέμα αιώνων! Υπομονή...

 
ΙΙ.

 «Η επανάσταση σε μερικούς μπορεί να μην αρέσει / μα είναι ο μόνος σίγουρος και δίκαιος τρόπος / να καθαρίσεις απ’ το ρύπος τους ανθρώπους» Λόρδος Μπάιρον

«Ο κόσμος μόνο όταν τον μοιράζεσαι υπάρχει»
Τάσος Λειβαδίτης


Δεν περιμένουμε να ξεκινήσει η Επανάσταση. Έχει ήδη ξεκινήσει. Αιώνες τώρα. Και είναι εδώ. Και θα ολοκληρώσει το διπλό της έργο (καταστροφή και δημιουργία) μονάχα όταν κι αν καταφέρει στα ερείπια της ταξικής/ ιεραρχικής κοινωνίας να δημιουργήσει τον Αναρχικό Κομμουνισμό (την κοινωνία του πλήρους ατομικισμού και όχι της κίβδηλης καρικατούρας του). Όταν η κοινωνία των ιδιωτών αντικατασταθεί απ’ την κοινωνία των ελεύθερων καθολικών ατομικοτήτων. Κοινωνία και άτομο απο-αλλοτριώνονται συνεξελικτικά και όχι χωριστά. Χειραφετούνται το ένα δια μέσου του άλλου.

Στον πραγματωμένο αναρχικό κομμουνισμό το άτομο παύει να είναι μονάδα διαχωρισμένη απ’ την κοινωνία και τη φύση. Εναρμονίζεται μαζί τους, καθώς η πλήρης ανάπτυξη του ενός προσώπου είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την πλέρια ανάπτυξη όλων, και η φύση δεν λογίζεται ως εξωτερικό του ανθρώπου στοιχείο, καθώς το άτομο παύει να είναι ξεκομμένη αριθμητική μονάδα (παρά φύση υπήκοος) και γίνεται κατά φύση Άνθρωπος. Η εικόνα αυτή είναι σίγουρα εξιδανικευμένη, αλλά ας μην ξεχνάμε πως η ουτοπία δεν είναι μόνο άσκηση επί χάρτου, αλλά: «εργαστήρι παραγωγής μέλλοντος».(3)

Η επανάσταση, λοιπόν, δεν είναι κάτι που ΘΑ γίνει σ’ ένα ακαθόριστο μέλλον. Είναι κάτι που ήδη έχει ξεκινήσει, γίνεται τώρα, γινόταν και πριν από εμάς, θα συνεχιστεί και μετά από εμάς. Ο κομμουνισμός είναι μια δυνητική κατάσταση της ανθρωπότητας, ζει και αναπνέει ανάμεσά μας ως λανθάνουσα κοινωνική κατάσταση, ως ένα έμβρυο που είναι ακόμα αγέννητο, αλλά παρ’ όλα αυτά ΥΠΑΡΧΕΙ. Είναι στο χέρι των καταπιεσμένων να πραγματώσουν αυτήν τη δυνατότητα και στο χέρι το δικό μας να (ξανα)κοινωνικοποιήσουμε την επαναστατική ιδέα, καθιστώντας την υλική δύναμη, δηλαδή κοινωνικό-ιστορικό κίνημα. Να συμβάλουμε στο ξεπέρασμα του κοινωνικού βαλτώματος, που ο Οκτάβιο Πας ονόμαζε "ιστορική παύση".

Ο αναρχικός κομμουνισμός δεν είναι το Τέλος της Ιστορίας του Φουκουγιάμα ή το Άριστον Τέλειον του Αριστοτέλη. Είναι το μέσο για τον επανανθρωπισμό του Homo Economicus, του εκφυλισμένου ανθρωπολογικού τύπου που παράγει ο καπιταλισμός. Γι αυτό και ο Μαρξ έθεσε τον κομμουνισμό όχι σαν τέλος, αλλά σαν ξεκίνημα της ανθρώπινης ιστορίας (4). Επιπλέον, είναι και το τέλος της Ανάθεσης, η επιστροφή της ευθύνης και το ξεκίνημα μιας αυτεξούσιας κοινωνίας αυτεξούσιων ατόμων. Γιατί δεν αρκεί η κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής της υλικής ζωής, είναι αναγκαία προϋπόθεση και η κοινωνικοποίηση της λήψης αποφάσεων (άμεση δημοκρατία): η εξουσία που ανήκει σε όλους, δεν ανήκει σε κανέναν! Έτσι, αποκλείεται ένα προνομιακό πεδίο που γεννά εκ νέου κατακερματισμό, όχι πια στη βάση της παραγωγής, αλλά στη βάση της άσκησης διαχωρισμένης εξουσίας. Ο αναρχικός κομμουνισμός, λοιπόν, δεν είναι μόνο το τέλος του Homo Economicus, αλλά και το τέλος του Homo Apoliticus!

Ο κομμουνισμός δεν είναι η ανθρώπινη ευδαιμονία καθεαυτή. Είναι η προϋπόθεση, το υλικό και πνευματικό υπέδαφος της ελευθερίας και της ευδαιμονίας. Με τα λόγια του Λούκατς: «Κάποιος σπάει το μυαλό του για να επιλύσει ένα πολύπλοκο επιστημονικό πρόβλημα και κατά τη διάρκεια της δουλειάς του αντιμετωπίζει έναν ανυπόφορο πονόδοντο. Είναι σαφές ότι κατά πάσα πιθανότητα αυτός δεν θα μπορέσει να διατηρήσει τον ειρμό των σκέψεων του και να εργαστεί, ώσπου ν’ ανακουφιστεί από τον άμεσο πόνο. Ο αφανισμός του καπιταλισμού [...] σημαίνει τη θεραπεία όλων των πονόδοντων για το σύνολο της ανθρωπότητας». (5)

Κάτι τέτοιο, όμως, δεν πραγματώνεται απ’ τη σκοπιά ενός ομιχλώδους, αόριστου και αν-ιστορικού Αγαθού. Η ιστορία δημιουργείται στη βάση των αναγκών, η επανάσταση ξεκινά απ’ τις υλικές συνθήκες ύπαρξης και όχι από υπερ-ιστορικά ιδεώδη. Η επανάσταση δεν είναι μια αιώνια και αμετάβλητη Ιδέα, είναι το ταξικό συμφέρον των προλεταριακών και πληβειακών κοινωνικών στρωμάτων. Συμφέρον ιστορικά καθορισμένο και όχι αιώνια δοσμένο. Με τον όρο "ταξικό συμφέρον" δεν εννοούμε φυσικά το απλό οικονομικό συμφέρον, δηλαδή το πλασάρισμα με καλύτερους όρους πώλησης της εργασιακής δύναμης των προλετάριων. Ταξικό συμφέρον των προλετάριων, όλων αυτών δηλαδή που στερούνται τα μέσα παραγωγής και αναπαραγωγής της υλικής τους ζωής και βιώνουν ένα καθεστώς καθολικής ετερονομίας, είναι η καταστροφή της ταξικής κοινωνίας, η Αυτο-κατάργηση του προλεταριάτου! Ο αντιεξουσιαστικός κομμουνισμός είναι το ταξικό μας συμφέρον και όχι ένα υπερ-ιστορικό ιδανικό που αγκαλιάζει όλη την ανθρωπότητα (αφεντικά και δούλους ...) (6).

Η Κοινωνική Επανάσταση δεν είναι ακραία όπως θέλουν να την εμφανίσουν οι καθεστωτικοί κήνσορες. Ακραίος είναι ο καπιταλισμός με τους πολέμους του, τα "εργατικά ατυχήματα", την εξαθλίωση στον Τρίτο Κόσμο, το βιασμό και καταστροφή της φύσης. Ακραίο είναι να πεθαίνει ένα παιδί κάθε τρία δευτερόλεπτα απ’ την πείνα, την έλλειψη πρόσβασης στο νερό κι από ιάσιμες ασθένειες. Ακραίο είναι να πεθαίνουν κάθε χρόνο 30 εκατομμύρια άνθρωποι από ασιτία, την ώρα που οι παραγωγικές δυνάμεις της κοινωνίας έχουν εκτοξευθεί σε απίστευτο βαθμό. Ακραίο είναι να μην έχουν επαρκή στέγαση 640 εκατομμύρια παιδιά, να μην έχουν πρόσβαση σε εγκαταστάσεις υγιεινής 500 εκατομμύρια παιδιά, να μην έχουν πρόσβαση σε πόσιμο νερό 400 εκατομμύρια παιδιά (σύμφωνα με έκθεση της UNISEF το 2005). Ακραίο είναι να υποβάλλονται σε καταναγκαστική εργασία 218 εκατομμύρια παιδιά (σύμφωνα με το Διεθνή Οργανισμό Εργασίας το 2009). Ακραία είναι η πτώση του μέσου προσδόκιμου ζωής στην Αφρική απ’ τα 62 χρόνια στα 47, μέσα σε μόλις 20 χρόνια! Ακραίο είναι το ότι ενώ το 2002 ο Οργανισμός Τροφίμων του ΟΗΕ έθεσε ως στόχο να μειωθούν οι υποσιτιζόμενοι απ’ τα 800 εκ. στα 400, μέχρι το 2015, αντίθετα οι λιμοκτονούντες ξεπέρασαν το 1 δις! Ακραίο είναι πως στις ΗΠΑ το 1% του πληθυσμού διαθέτει περιουσία μεγαλύτερη απ’ το φτωχότερο 40%, την ώρα που 50 εκατομμύρια αμερικάνοι ζουν από συσσίτια. Ακραίο είναι πως στον πλανήτη 358 πλουτοκράτες κατέχουν ίση περιουσία με 2.3 δις ανθρώπους! Ακραία είναι η κανονικότητα στον Καπιταλισμό και όχι η Επανάσταση!!

Όλα αυτά τα στοιχεία δεν είναι απλή στατιστική. Είναι η αριθμητική του Τρόμου του καπιταλισμού. Δείχνουν, όμως, και κάτι άλλο: δισεκατομμύρια άνθρωποι στον πλανήτη δεν έχουν την πολυτέλεια να σκεφθούν την "υπαρξιακή ανταρσία" και το "ατομικό εξεγερτικό βίωμα", αφού παλεύουν για τη στοιχειώδη επιβίωσή τους, για την απλή αναπαραγωγή της βιολογικής τους ύπαρξης. Η υπαρξιακή ανταρσία είναι ένα εποικοδόμημα της ταξικής πάλης και απαιτεί ένα προνομιούχο υπόβαθρο για να εμφανιστεί (όπως συμβαίνει μ’ εμάς, τους αναρχικούς του προνομιούχου δυτικού κόσμου).

Γι αυτό αν η υπαρξιακή ανταρσία και το ατομικό εξεγερτικό βίωμα αποσυνδεθούν απ’ τον κοινωνικό ανταγωνισμό, εάν χάσουν την ταξική τους βάση, τότε μετατρέπονται σε κούφιο μποεμισμό και χομπισμό. Οφείλουμε, λοιπόν, να τα εντάξουμε σ’ ένα ολιστικό αντιεξουσιαστικό πρόταγμα (7), στην απόπειρα συγκρότησης ενός επαναστατικού κινήματος ανατροπής. Γιατί όποιος μιλάει για ατομικό εξεγερτικό βίωμα χωρίς να μιλάει ταυτόχρονα για κοινωνική επανάσταση, έχει ένα πτώμα στο στόμα του. Κι όποιος μιλάει για ατομικισμό, χωρίς να μιλάει για αντιεξουσιαστικό κομμουνισμό, καταπίνει και το φέρετρο...

Σημειώσεις:

1. «Το επαναστατικό κίνημα πρέπει να είναι εμβρυωδώς ένας μικρόκοσμος της νέας κοινωνίας, η οποία έρχεται στο φως δημιουργημένη στο κέλυφος της παλιάς» Τζων Κλαρκ (αλιευμένο απ’ το βιβλίο του Γιώργου Ρούσση: «Μαρξ – Μπακούνιν: για το σοσιαλιστικό κράτος», εκδ. Γκοβόστη)

2. Τέρι Ίγκλετον: «Λογική, πίστη και Επανάσταση», εκδ. Πατάκη.

3. Αντώνης Λιάκος: «Αποκάλυψη, Ουτοπία και Ιστορία: οι μεταμορφώσεις της ιστορικής συνείδησης», εκδ. Πόλις.

4. Στον Μαρξ, η κατάργηση του κράτους, της ιδιωτικής ιδιοκτησίας και της μισθωτής εργασίας (δηλ. ο αναρχικός κομμουνισμός) ταυτίζεται με την επανάκτηση των συνθηκών ύπαρξής μας, σε μια κοινωνία που δεν είναι στατική, αλλά δυναμική: «και θα άλλαζε χάρη στην κατάκτηση της ελευθερίας "αυτοπραγμάτωσης" των ανθρώπων. Έχοντας δηλαδή ελευθερία να σχεδιάσουν τον εαυτό τους, οι άνθρωποι θα σχεδίαζαν την κοινωνία τους, και μέσα σε μια μεταβαλλόμενη συνειδητά κοινωνία θα άλλαζαν τον εαυτό τους» (Λιάκος). Έτσι, από ενεργούμενο τυφλών δυνάμεων το άτομο μετατρέπεται σε δημιουργό της ιστορίας του, από κοινού με τα άλλα κοινωνικά άτομα: «ο μελλοντικός παγκόσμιος κομμουνισμός του Μαρξ είναι η αφετηρία συνεχών συνειδητών αλλαγών της κοινωνίας και των ατόμων». Γι αυτό και ο κομμουνισμός τίθεται ως το τέλος της προϊστορίας και αρχής της ιστορίας του ανθρώπου, ανατρέποντας το αποκαλυπτικό εσχατολογικό πνεύμα που μέχρι τότε επικρατούσε στο επαναστατικό κίνημα.

5. Εδώ ο Λούκατς τρώει μια γερή "λογοκρισία", γιατί πέρα απ’ τον αφανισμό του καπιταλισμού μιλάει και για τη μακαρίτισσα τη "σοσιαλιστική ανοικοδόμηση της οικονομίας". Ας είναι βαρύ το χώμα που τη σκεπάζει...

6. Ας σημειωθεί πως σε αντίθεση με τον ορθόδοξο μαρξισμό, ο αντιεξουσιαστικός κομμουνισμός προχωρά πέρα απ’ το σημείο εκκίνησης του ταξικού συμφέροντος: καταργεί στην κίνησή του και τις διαταξικές (αλλά όχι υπερταξικές!) μορφές καταπίεσης (σεξισμός, ρατσισμός, εθνικισμός, εγκλεισμός σε σχολεία, στρατόπεδα, ψυχιατρεία, οικολογική καταστροφή κλπ). Η διαταξικότητα, ωστόσο, δεν σημαίνει υπερταξικότητα, αφού η ταξική θέση ή καταγωγή λειτουργεί πολλαπλασιαστικά. Ακόμα και οι ασθένειες δεν μπορούν να ξεφύγουν απ’ αυτόν τον κανόνα: έρευνες δείχνουν πως η ταξική θέση ή καταγωγή είναι ο πιο σοβαρός επιβαρυντικός παράγοντας στην εμφάνιση ασθενειών όπως κάποιες μορφές καρκίνου, καρδιοπάθειας, ψυχικών διαταραχών κλπ (βλ. Χ.Λάσκος – Ε.Τσακαλώτος: «Χωρίς Επιστροφή», εκδ. ΚΨΜ).

7. Ολιστικό με τρεις έννοιες: α) Εναρμονίζει το ατομικό, το συλλογικό/ μοριακό και το κοινωνικό, β) ενώνει όλα τα επιμέρους προτάγματα (τις μερικότητες) σ’ ένα συνεκτικό σύνολο κι σ’ ένα ενιαίο σχέδιο συγκρότησης ιστορικού-κοινωνικού επαναστατικού κινήματος, και γ) κάθε μέσο αγώνα αντί να ιεραρχείται, εξυπηρετεί το συνολικό σκοπό, μακριά από βίαιους ή ειρηνικούς φετιχισμούς.

Πολύκαρπος Γεωργιάδης
Φυλακές Κέρκυρας, Σεπτέμβρης 2012